“Η πιο ωραία πονηριά του διαβόλου είναι να μας πείσει ότι δεν υπάρχει”Charles Beaudelaire
Από τις μέρες που ξέσπασε η κρίση στις ΗΠΑ μέχρι σήμερα έχουν χυθεί τόνοι μελάνι, έχουν μιλήσει πολλοί, νομπελίστες, κριτικοί, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, αναλυτές, πολιτικοί, επιχειρηματίες, απλοί άνθρωποι.
Έχουν πολλοί πει πολλά.
Για κρίση χρέους, για αναδιανομή του πλούτου προς τα πάνω, για κρίση δανεισμού, επιτόκια, ομόλογα, σπρεντς, ΑΕΠ, για κινεζοποίηση της οικονομίας, για διάλυση της ευρωζώνης, για νεοφιλελευθερισμό, για σκληρά και μαλακά νομίσματα, για συνομωσίες εβραίων που θέλουν να καταστρέψουν τον κόσμο και άλλα πολλά.
Κανείς, ή μάλλον σχεδόν κανείς, δεν έχει ψελλίσει τη λέξη ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ.
Κανείς από τους υποστηρικτές του, ακόμα και τους πιο φανατικούς, δεν τολμά να τον αναφέρει.
Θα νόμιζε κανείς πως ο καπιταλισμός δεν υπάρχει!
Θα πίστευε κανείς πως έχει ξεπεραστεί από την ιστορία. Αυτό βέβαια είναι κάτι που κάποιοι μεταμοντέρνοι το πιστεύουν πραγματικά.
Πιστεύουν ότι ζούμε σε μια μεταβιομηχανική, μετακαπιταλιστική κοινωνία.
Το αστείο είναι ότι το πιστεύουν ακράδαντα και με φανατισμό, όταν ακόμα και το ψωμί που αγοράζουν έχει παραχθεί σε εργοστάσιο, έχει συσκευαστεί, έχει μεταφερθεί και έχει πωληθεί σε αυτούς μέσα σε καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης. Αυτοί βέβαια εξακολουθούν να βλέπουν σύμβολα και ανοιχτά κοινωνικά δίκτυα.
Όμως ας μην ασχοληθούμε άλλο με αυτούς τώρα.
Ας επικεντρωθούμε στον καπιταλισμό που δεν υπάρχει.
Αν πεις σε έναν τραπεζίτη ότι είναι καπιταλιστής θα σου πει «όχι, δεν είμαι», σαν τον Απόστολο Πέτρο, τον μαθητή του Χριστού που τον αρνήθηκε τρις.
Αν ρωτήσεις έναν μεγαλοβιομήχανο αν είναι καπιταλιστής θα σου πει ότι είναι αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας που συμβάλλει στην οικονομία προσφέροντας δουλεία… συγγνώμη δουλειά σε εκατοντάδες εργαζόμενους. Π
άντως καπιταλιστής δεν θα παραδεχθεί πως είναι.
Αν πεις σε έναν εφοπλιστή ότι είναι καπιταλιστής θα σου πει ότι είναι πατριώτης που ταξιδεύει με τη σημαία της χώρας στα πέρατα της γης, και ότι οι εργαζόμενοι στα καράβια του είναι τίμιοι και καλοπληρωμένοι.
Ο ίδιος, αντί του υποτιμητικού «καπιταλιστής» προτιμά να θεωρεί τον εαυτό του ως ιεραπόστολο του ελληνισμού, και ως τέτοιον απαιτεί (μέσω των ΜΜΕ που συνήθως κατέχει) να τον βλέπουν και όλοι οι άλλοι.
Αν πεις σε έναν επιχειρηματία που απασχολεί καμιά 50αριά εργάτες ότι είναι καπιταλιστής θα σου πει ότι δεν βλέπει τον εαυτό του ως καπιταλιστή-αφεντικό, αφού τους εργαζόμενους στην επιχείρησή του τους νοιώθει περισσότερο ως συνεργάτες παρά ως εργάτες. Άλλωστε γι’ αυτό τους πρότεινε να μειώσουν τους μισθούς τους κατά 40%, αφού ο ίδιος δεν θέλει να απολύσει κανέναν.
Αν πεις σε κάποιον πολιτικό ότι είναι αστός και ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να εξυπηρετήσει τα καπιταλιστικά συμφέροντα, θα αρνηθεί κι αυτός τον καπιταλισμό, όπως οι καλλιτέχνες που αρνούνται το αντιαισθητικό όνομά τους για να κάνουν καριέρα με ένα εύηχο ψευδώνυμο.
Θα σου πει ότι δεν είναι καπιταλιστής, αλλά κάποια πράγματα πρέπει να γίνουν.
Ίσως σου πει ότι δεν είναι ο καπιταλισμός το πρόβλημα, αλλά ο τρόπος που τον εφαρμόζουμε.
Εκεί θα σου φέρει το παράδειγμα της Σουηδίας ή της Νορβηγίας, και θα σου μιλήσει για τον κακό ελληνικό καπιταλισμό, που κόβει τα φτερά της νεολαίας και ακρωτηριάζει την υγιή (λέμε και κανένα αστειάκι να περάσει η ώρα) επιχειρηματικότητα.
Στην πιο φιλολαϊκή του εκδοχή θα σου πει ότι δεν φταίει αυτός που είναι καπιταλιστής, αλλά δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική, αφού ο κομμουνισμός καλά τα λέει στα λόγια αλλά δεν μπορεί να εφαρμοστεί.
Εκεί θα σου πετάξει και δυο-τρία παραδείγματα κακοδιαχείρισης δημόσιων οργανισμών, θα σου ταυτίσει τον Χ εργατοπατέρα με τον απλό εργάτη και μαζί με τη λογική θα πυροβολήσει την ψυχραιμία σου.
Επομένως έχουμε την τύχη να ζούμε σε ένα κοινωνικο-οικονομικό σύστημα το οποίο δεν ορίζεται ούτε από αυτούς που το ελέγχουν. Είναι τόσο περήφανοι γι’ αυτό ώστε να μην μπορούν να προφέρουν το όνομά του.
Σε άλλες εποχές φρόντιζαν να το επαναβαφτίσουν, προσμένοντας την εξιλέωση στα μάτια των καταπιεσμένων.
Το βάφτισαν «ελεύθερη οικονομία», «ανοιχτή κοινωνία» και διάφορα τέτοια ευφάνταστα, αρκεί να μην ακούγεται η λέξη καπιταλισμός.
Λογικό.
Σε επίπεδο marketing δεν κάνει καλό να στέκεται δίπλα-δίπλα ο καπιταλισμός με τις κρίσεις, τους πολέμους, την αδικία, την φτώχεια και την εξαθλίωση που παράγει.
Και είναι πολλά τα παραδείγματα αυτά.
Δεν θα ακούσετε ποτέ να μιλά κανένας καπιταλιστής για κρίση του καπιταλισμού.
Θα προτιμήσει το «κρίση χρέους» ή «κρίση υποκατανάλωσης».
Δεν θα σας πει ποτέ κανείς τις λέξεις «ιμπεριαλιστικός πόλεμος». Αντίθετα θα μιλήσει για «Παγκόσμιο Πόλεμο»,
«Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας», «Επιχειρήσεις για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και της ελευθερίας» και άλλα τέτοια. Δεν θα ακούσετε ποτέ έναν καπιταλιστή να λέει την λέξη κοινωνική τάξη.
Θα προτιμήσει να χωρίσει τον κόσμο σε γεωγραφικά διαμερίσματα, φυλετικές διαφορές, έθνη, κράτη, πληθυσμούς.
Ποτέ όμως σε κοινωνικές τάξεις.
Μα αυτή η τάση του καπιταλισμού να αποκρύπτεται δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστους και όσους πλήττονται από αυτόν.
Σπάνια θα βρεις εργάτη να καταλαβαίνει ότι το καθημερινό του μαρτύριο οφείλεται στον καπιταλισμό.

Θεωρεί την δουλεία ευλογία και θα χαρεί αν το αφεντικό του είναι καλό και τίμιο.
Θα πιστέψει πως η κρίση δημιουργήθηκε από τους κακούς χειρισμούς της κυβέρνησης και από τους επίορκους κλέφτες.
Θα βρει τον εχθρό στο ταλαιπωρημένο πρόσωπο του συναδέλφου του, του μετανάστη.

Όμως την δυνατότητα να εντοπίζει τον καπιταλισμό, να τον «ξεσκεπάζει» και να τον πολεμά, έχασε κι ένα μέρος της Αριστεράς. Αυτό που εξαφάνισε από τις θέσεις και τις τοποθετήσεις του τη λέξη καπιταλισμός, αντικαθιστώντας την ενίοτε με το πιο μοντέρνο «νεοφιλελευθερισμός» λες και ο παλιός φιλελευθερισμός ήταν κάτι καλό στο οποίο αν επιστρέφαμε θα λύναμε τα προβλήματά μας. Αυτό το κομμάτι της Αριστεράς το οποίο αν και θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ως ριζοσπαστικό, φαίνεται ότι έχει μεγάλη ικανότητα στο να αφομοιώνει τις βασικές αρχές του καπιταλισμού. Μια από αυτές είναι και η τάση του να «μην υπάρχει».
Στο τέλος μένουν όσοι πολεμάνε τον καπιταλισμό, όσοι συγκρούονται μαζί του να φαίνονται γραφικοί ή παρωχημένοι.
Σαν να κυνηγούν κάτι που δεν υπάρχει.
Αφού κανείς δεν θέλει να μιλάει και να γράφει για τον καπιταλισμό, αφού ο ίδιος ο καπιταλισμός μας λέει ότι δεν υπάρχει, γιατί να ασχολούμαστε μαζί του;
Ας παίξουμε στο παιχνίδι του.
Ας υποκριθούμε κι εμείς για μια στιγμή ότι δεν υπάρχει.
Ότι τώρα ζούμε απλά μια κρίση χρέους που θα λυθεί με ένα ευρωομόλογο και με την αντικατάσταση της Μέρκελ από κάποιον άλλον.
Εντάξει ο Ολάντ μπορεί να μη μας έκατσε, αλλά καλοί ηγέτες υπάρχουν κι αλλού.
Δεν θα ήταν πιο βολικό αντί να πολεμάμε τον καπιταλισμό να στριμωχτούμε για να χωρέσουμε όλοι μέσα του;
Αφού έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει, και στο ανύπαρκτο υπάρχει άπειρος χώρος για όλους μας.
Αν στον παραπάνω στίχο του Μπωντλαίρ αντικαταστήσουμε την λέξη διάβολος με την λέξη καπιταλισμός, θα δούμε μια μεγάλη αλήθεια.
Ο καπιταλισμός μπορεί να εξαφανίζεται, μπορεί να κρύβεται, μπορεί να αρνείται τον εαυτό του, μπορεί να μετονομάζεται όμως είναι πάντα εδώ.
Το να μην τον βλέπουμε είναι πρόβλημα, το να κάνουμε ότι δεν τον βλέπουμε είναι έγκλημα….