9 Σεπ 2012

Την τιμή κανένας δεν μπορεί να σου την αφαιρέσει. Την τιμή μπορείς μονάχα να την χάσεις.


αναδημοσίευση  από  το  κουτί

Επειδή πολλά έχουν γραφεί και ειπωθεί για μια ηγετική φυσιογνωμία του ΚΚΕ τον Ν. Ζαχαριάδη και αν και με καθυστέρηση 34 ημερών από τον κατ’ επιλογήν του θάνατο θεωρώ πως το γράμμα του “από την άλλη μεριά” αν και με πολλές αντιρρήσεις -προσωπικές δικές μου- αξίζει μιας ανάγνωσης και για ένα ακόμα πολύ σημαντικό λόγο, την πολιτική του ματιά που αντανακλάται στο σήμερα…
Πέρα όμως αυτής της εισαγωγής που για μένα είναι το κυρίαρχο  μας δίνει και ορισμένες πτυχές της προσωπικότητάς του μιας και είναι το τελευταίο του γράμμα, στις 1 Αυγούστου 1973 θα δώσει τέλος στη ζωή του διαμαρτυρόμενος για την άδικη συμπεριφορά των Σοβιετικών συντρόφων και της τότε στάσης του ΚΚΕ στο θέμα του.
Σ’ αυτό το γράμμα θα δούμε και τον άνθρωπο Ν. Ζαχαριάδη, την απλότητα με την οποία αντιμετώπιζε τα “δύσκολα” της ζωής του. Θα δούμε και τη “μαγκιά” του αχθοφόρου στον λόγο του αλλά και στην αντιμετώπιση της δοσμένης κάθε φορά κατάστασης που βρισκόταν, απόδραση απ’ τον Γεντι Κουλέ, άμεμπτη κομμουνιστική συμπεριφορά απέναντι στην ΓΚΕΣΤΑΠΟ, και στου Μανιαδάκη τα “μαγαζιά”. Την αγάπη για τη μάνα του και την αυτοτιμωρία του που δεν μπόρεσε να είναι κοντά της όταν ψυχορραγούσε, μα και που  δεν βοηθήθηκε να της στέλνει κάνα φράγκο να πορεύεται. Θα δούμε επιστροφές στο παρελθόν και στα πρόσωπα, ένα γράμμα που είναι το τελευταίο πράγμα που κάνεις εν ζωή έχει αυτά τα πισωγυρίσματα. Μια καλή ευκαιρία να γνωρίσει κανείς τον άνθρωπο αλλά και τον ακούραστο ηγέτη του ΚΚΕ.

 1 Αβγούστου 1973. Γεια χαρά ΝΙΚΟΣ

Τετάρτη, 01 Αύγουστος 2012 00:20
 
 
 
| Συντάχθηκε απο τον/την Εργατικός Αγώνας
 
Συμπληρώνονται σήμερα 39 χρόνια από το θάνατο του ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη στο παγωμένο Σουργκούτ της Σιβηρίας. Με την ευκαιρία αυτή ο ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ επιχειρεί να δώσει στον αναγνώστη μερικά στοιχεία με σκοπό να βοηθήσουν στην προσέγγιση της προσωπικότητας του κομμουνιστή ηγέτη κι ενδεχομένως φωτίζουν τα δραματικά αυτά γεγονότα που αφορούν στην κατάληξη της ζωής του. Ανάμεσα τους είναι το βιογραφικό που συνέταξε ο ίδιος καθώς και το «Μήνυμα από την άλλη μεριά» το τελευταίο κείμενο του λίγη ώρα πριν το τραγικό τέλος. Τα υλικά αυτά τα αντλήσαμε από τα βιβλία «Νίκος Ζαχαριάδης: Θύτης και θύμα» (εκδόσεις ΦΥΤΡΑΚΗ 1991) του Πέτρου Ανταίου και «Νίκος Ζαχαριάδης: Ιστορικά Διλήμματα Ιστορικές απαντήσεις» (εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ 2011)  σε επιμέλεια Γιώργου Πετρόπουλου. Δείτε τα αφού πρώτα διαβάστε τον δικό μας «πρόλογο».


Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου
Την 1η Αυγούστου του 1973, ο Νίκος Ζαχαριάδης πέρασε για πάντα στην Ιστορία. Ο θάνατός του ήταν προμελετημένος με την έννοια ότι ο ίδιος τον προκάλεσε αφού προηγουμένως τον είχε προαναγγείλει ως την φυσική κατάληξη του αγώνα του να σπάσει την βαριά εξορία που του έχει επιβάλλει το σοβιετικό καθεστώς.
Συγκεκριμένα, στις 26 Ιουνίου του 1973 ο Ν. Ζαχαριάδης έστειλε προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ το παρακάτω γράμμα.
«Προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ
Γράφω για τελευταία φορά. Έχω απόλυτα ήσυχη συνείδηση ότι σ’ όλη μου τη ζωή δεν έκανα τίποτε ενάντια στο λαό μου και το κόμμα μου, το ΚΚΕ, ενάντια στην ΕΣΣΔ και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Το μοναδικό μου «έγκλημα» είναι ότι απέκρουσα ολοκληρωτικά την πολιτική που χαντάκωσε το ΚΚΕ. Όσο κι αν προσπάθησαν δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια τα όργανα της ασφάλειας της Σοβ. Ένωσης και οι διορισμένοι στο ΚΚΕ δεν απόδειξαν απόλυτα τίποτε και αναγκάστηκαν να γλύψουν αφτού όπου φτύναν. Δεν τόλμησαν να στηρίξουν ενάντιά μου καμιά κατηγορία και να με δικάσουν αν και αφτό το (δυσανάγνωστη λέξη) όλα αφτά τα χρόνια. Όμως τα επαίσχυντα παράνομα και αφθαίρετα μέτρα ενάντιά μου συνεχίζονταν όλα τα χρόνια αφτά (απαφτά ένδεκα στο Σουργκούτ της Σιβηρίας). Απτό 1966 και δω έκανα αλλεπάλληλες απεργίες πείνας που συνολικά κράτησαν πάνω από δυο χρόνια. Όλες οι υποσχέσεις που μου δίνονταν στη διάρκεια των απεργιών αφτών απτούς διορισμένους και εκπροσώπους της ΚΕ του ΚΚΣΕ, που έρχονταν εδώ στο Σουργκούτ και Τιουμέν (Ζωγράφος, Δημητρίου, Υφαντής, Ζάχος, Σεμενκώφ, Ταπόρικωφ κ.ά.) αποδείχνονταν κάθε φορά κάλπικες, ψεύτικες, ανήθικες. Σήμερα, ύστερα απόλα αφτά, δηλώνω ότι αν δεν αρθούν ΟΛΑ τα μέτρα περιορισμού, εξορίας, στέρησης ελευθερίας μετακίνησης και αναχώρησης απτή Σοβ. Ένωση κτλ. κτλ. που εφαρμόζονται ενάντιά μου, τότε την 1η Αυγούστου 1973, σαν έκφραση έσχατης ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, θ’ αφτοκτονήσω. Αν υπάρξει απάντησή σας να μου μεταβιβαστεί μονάχα με το γιο μου Σηφάκο (Αλέξη).
Σουργκούτ, 26.6.1973.                                                       
Ν.  Ζαχαριάδης»
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από παλιότερα υπομνήματά του προς την ηγεσία του ΚΚΣΕ, ο Ν. Ζαχαριάδης απαιτούσε βασικά τρία πράγματα: α) Να σταματήσει η εξορία του.β) Να του δοθεί καθεστώς πολιτικού πρόσφυγα και ελεύθερη μετακίνηση στην ΕΣΣΔ. γ) Να του δοθεί διαβατήριο για να μπορεί να ταξιδέψει εκτός Σοβιετικής Ένωσης όποτε το επιθυμούσε.
Για την πρόθεση του Ζαχαριάδη να αυτοκτονήσει η ηγεσία του ΚΚΣΕ ενημέρωσε την ηγεσία του ΚΚΕ στις αρχές του τρίτου δεκαήμερου του Ιουλίου 1973, δηλαδή περίπου ένα μήνα μετά τη λήψη του γράμματος με την εκδήλωση της πρόθεσης αυτοκτονίας. Όπως φαίνεται από ένα σύντομο πρακτικό που δημοσίευσε ο Γρ. Φαράκος («Μαρτυρίες και Στοχασμοί», εκδόσεις Προσκήνιο 1993, σελ. 358) το Π.Γ. της ΚΕ του ΚΚΕ, στις 24 Ιουλίου του 1973, αποφάσισε «ο σ. Κ. Λουλές να πάει στη ΣΕ και να συζητήσει το ζήτημα που προέκυψε με το Ζ.».
Η αλήθεια είναι πως ο Λουλές βρέθηκε πολύ γρήγορα στη Σοβιετική Ένωση. Δύο μέρες μετά την παραπάνω απόφαση του Π.Γ. βρισκόταν ήδη στο Σουργκούτ και συνομιλούσε με τον Ζαχαριάδη.
Πλήρη στοιχεία για το περιεχόμενο της συζήτησης Ζαχαριάδη- Λουλέ δεν έχουμε.
Έχουμε μόνο την μαρτυρία του Ζαχαριάδη στο «Μήνυμα από την άλλη μεριά» που αναδημοσιεύουμε εδώ. Μια μαρτυρία που παρεμπιπτόντως στρέφεται σ’ αυτή τη συνάντηση αφού ο Ζαχαριάδης δεν γράφει το «μήνυμα» για να καταγράψει όσα διημείφθησαν σ’ αυτή . Παρ’ όλα αυτά αξίζει να σταθούμε σε ορισμένα ζητήματα γύρω από το ζήτημα της αυτοκτονίας του Ν. Ζαχαριάδη που συμπεριλαμβάνουν και την συνάντησή του με τον Κώστα Λουλέ.
Γύρω από την υπόθεση της αυτοκτονίας
Όταν το 1991 έγινε γνωστό ότι ο Ν. Ζαχαριάδης αυτοκτόνησε και ειδικότερα όταν βγήκε το βιβλίο του Π. Ανταίου (Σταύρος Γιαννακόπουλος) με ντοκουμέντα του ηγέτη του ΚΚΕ κ.α., ξεκίνησε μια συζήτηση γύρω από το ζήτημα της αυτοκτονίας που η μεγαλύτερη προσφορά της ήταν πως αποκάλυπτε στην ολότητά του όλο τον μυστικισμό που έχει διαποτίσει την ευρύτερη αριστερά (κομμουνιστική και μη). Ως ένα βαθμό αυτό εξηγείται από την υποταγή στην πολιτική σκοπιμότητα αλλά όταν η πολιτική σκοπιμότητα προάγει τον μυστικισμό εκείνος δεν μπορεί παρά να είναι το βασικό της συστατικό.
Εκείνη η συζήτηση για το ζήτημα του θανάτου του Ζαχαριάδη κινήθηκε σε δύο βασικές κατηγορίες προσέγγισης του θέματος. Η μία αποδεχόταν την αυτοκτονία ως γεγονός και τη θεωρούσε είτε ως λάθος επιλογή του ηγέτη του ΚΚΕ είτε ως ευκαιρία για εύκολη κριτική στη Σοβιετική ηγεσία και στην ηγεσία του ελληνικού κομμουνιστικού κόμματος υπό τον Χ. Φλωράκη. Η δεύτερη -που προερχόταν από τον αριστερίστικο χώρο, από διάφορες δήθεν φιλοζαχαριαδικές ομάδες- θεωρούσε πως ο Ζαχαριάδης δεν αυτοκτόνησε αλλά τον δολοφόνησαν οι σοβιετικοί γιατί οι κομμουνιστές, λέει, δεν αυτοκτονούν. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Τη βλακεία ή τη γελοιότητα που και η μία  και η άλλη θέλουν όλα να γίνονται «κατά τας γραφάς». «Τας γραφάς» που εμείς έχουμε στο μυαλό μας φυσικά.
Να τελειώνουμε λοιπόν και με τις δύο αυτές ανοησίες.
Πρώτον, ο Ζαχαριάδης αυτοκτόνησε. Η αυτοκτονία του ήταν πράξη έσχατης διαμαρτυρίας, όπως την χαρακτηρίζει ο ίδιος. Ήταν μια πολιτική πράξη και φυσικά η μόνη πολιτική επιλογή που του είχε απομείνει από την στιγμή που τα περιοριστικά μέτρα εναντίον του -με όλες τις μορφές που πήραν κατά καιρούς- κρατούσαν 17 ολόκληρα χρόνια. Κατηγορία σε βάρος του δεν υπήρχε και ο ίδιος είχε φτάσει στα όριά του ζητώντας άμεση λύση. Όσοι ισχυρίζονται ότι ήταν μια λάθος επιλογή προσπερνούν τον άνθρωπο Ζαχαριάδη. Γενικά η αυτοκτονία ακόμη και ως πολιτική πράξη δεν είναι η ενδεδειγμένη μέθοδος αγώνα αλλά και τα όρια του ανθρώπου δεν είναι ανεξάντλητα. Αυτό ως γενική θέση. Γιατί εισαγγελείς δεν είμαστε και δεν πρέπει να είμαστε. Να κατανοήσουμε θέλουμε. Αυτό πρέπει να επιδιώκουμε. Ειδικά όμως στην περίπτωση του Ζαχαριάδη υπάρχουν ορισμένα επιπλέον ζητήματα που πρέπει να μην μας διαφεύγουν. Ο Ζαχαριάδης δεν ήταν σε κατάσταση σκληρών περιοριστικών μέτρων από τους ταξικούς-πολιτικούς του αντιπάλους. Ήταν σε σκληρό περιορισμό από τους συντρόφους του. Από το σοβιετικό καθεστώς για το οποίο αγωνίστηκε σε όλη του τη ζωή. Όταν ο εχθρός σε καταδιώκει δεν του κάνεις τη χάρη να βγεις από τη μέση. Όταν όμως σε καταδιώκει ο σύντροφός σου πως αντιδράς χωρίς να περάσεις απέναντι; Αυτό το δίλλημα του Ζαχαριάδη οι όψιμοι κι εκ του ασφαλούς κριτές του ούτε να το φανταστούν θέλουν.
Δεύτερον, ο Ζαχαριάδης έχει προσδιορίσει επακριβώς τις ευθύνες των σοβιετικών στο ζήτημα της αυτοκτονίας του. Καταρχήν, σ’ αυτούς στέλνει το γράμμα όπου προαναγγέλλει ότι θα δώσει τέλος στη ζωή του αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά του κι αυτοί είναι που μπορούν να αποδεχτούν ή να απορρίψουν αυτά τα αιτήματα.
Επιπλέον, στο «Μήνυμα από την άλλη μεριά» υπάρχει ένα μότο στην αρχή που τα λέει όλα. Γράφει: «… Mε το επιχείρημα (;!) “φοβόμαστε ότι θα μας κάνεις ζημιά” καταδικάζει τον άλλο σε Θάνατο. Απ’ αυτή την πλευρά πρόκειται όχι για αυτοκτονία μα για καταδίκη σε θάνατο και εκτέλεση…».
Είναι φανερό πως οι σοβιετικοί είχαν πει στο Ζαχαριάδη ή τον είχαν αφήσει να καταλάβει πως βρίσκεται υπό περιορισμό γιατί φοβούνταν ότι θα τους έκανε ζημιά. Στο παρελθόν, το ίδιο του είχαν πει και στελέχη του ΚΚΕ που είχαν πάει να τον δουν. Σ’ όλους αυτούς απαντάει με το αυτονόητο: «Εγώ αυτοκτονώ αλλά η στάση η δική σας απέναντί μου είναι καταδίκη σε θάνατο και εκτέλεσή μου»
Κρίνοντας από απόσταση τα πράγματα μπορούμε να ισχυριστούμε σήμερα πως οι σοβιετικοί αλλά και η ηγεσία του ΚΚΕ επί Καλογιάννη επιθυμούσαν το θάνατο του Ζαχαριάδη; Δεν έχουμε κανένα στοιχείο γι’ αυτό. Σίγουρα επιθυμούσαν τον περιορισμό του αλλά αυτό δεν σημαίνει πως ήθελαν να τον δουν νεκρό. Αντικειμενικά όμως, κυρίως η στάση των σοβιετικών (αυτοί έπαιρναν τις αποφάσεις) οδηγούσε σ’ αυτό το αποτέλεσμα. Ήξεραν ποιος ήταν ο Ζαχαριάδης και γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν πως δεν μπλοφάρει.
Τρίτον, χρόνια τώρα γίνεται μια προσπάθεια, για την αυτοκτονία του Ζαχαριάδη, να αποδοθούν ευθύνες στο Χαρίλαο Φλωράκη και στον Κώστα Λουλέ. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται δύο στοιχεία:
Α) Στο γράμμα της 26 Ιουνίου προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ, που παραθέσαμε στην αρχή, ο Ν. Ζαχαριάδης λέει πως σε αντίγραφο του, που προοριζόταν για τα παιδιά του Σήφη και Όλγα, έγραφε: «Το κουφάρι μου το κληροδοτώ στους Μπρέζνιεφ, Κολιγιάννη, Φλωράκη και Σία. Χαλάλι τους…». Άρα ο Ζαχαριάδης -μας λένε- θεωρούσε υπεύθυνο για τον θάνατό του και τον Χαρίλαο Φλωράκη. Η αλήθεια βέβαια είναι εντελώς διαφορετική. Όταν ο Ζαχαριάδης έγραψε αυτό το γράμμα δεν είχε καμία ιδέα για το τι σηματοδοτούσε στο ΚΚΕ η ηγεσία του Χαρίλαου Φλωράκη. Στην καλύτερη περίπτωση να θεωρούσε πως επρόκειτο για μια συνέχεια της παλιάς κατάστασης. Όταν συναντιέται όμως με τον Λουλέ αποκτά διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα στο «Μήνυμα από την άλλη μεριά».
Β) Στο «Μήνυμα από τη άλλη μεριά» ο Ζαχαριάδης λέει πως ο Λουλές του είπε πως δεν πίστευε ότι θα εκτελέσει την απειλή του και θ’ αυτοκτονήσει. Αυτό είναι αλήθεια. Ο Λουλές πίστευε πως ο Ζαχαριάδης τελικά δεν θα πραγματοποιούσε την απειλή του. Κι όχι μόνο το πίστευε αλλά και το είπε στον ίδιο τον Ζαχαριάδη. Αυτό πολλοί το θεωρούν λάθος χειρισμό από μέρους του Λουλέ. Μπορεί και να ήταν. Ιστορικά, όμως, αποτιμώντας το όλο ζήτημα δεν μπορούμε να πούμε πως ο Λουλές δεν προσπάθησε να σώσει τον Ζαχαριάδη. Όταν μετά το Σουργκούτ επέστρεψε στη Μόσχα -σύμφωνα με μαρτυρία του Κάρολου Σεμενκόφ που τότε ήταν στο τμήμα διεθνών σχέσεων του ΚΚΣΕ- ο Λουλές ρωτήθηκε αν πιστεύει πως ο Ζαχαριάδης θα αυτοκτονήσει. Η απάντησή του ήταν καταφατική: «Πιστεύω ότι θα το κάνει» (ΒΗΜΑ 27 Ιουλίου 2003). Είπε, δηλαδή, στους Σοβιετικούς κάτι που δεν πίστευε προφανώς για να τους πιέσει να δώσουν μια λύση στην υπόθεση.
Κλείνοντας αυτή τη μικρή αναφορά στο θάνατο του Ν. Ζαχαριάδη οφείλουμε να σημειώσουμε κάτι που οι μαρξιστές το γνωρίζουν αλλά το έχουν πετάξει στα σκουπίδια οι μαρξίζοντες ιδεοληπτικοί. Τα κοινωνικά και ιστορικά γεγονότα δεν τα προσεγγίζουμε με προκατασκευασμένα σχήματα και αντίστοιχους ηθικούς κώδικες. Τα προσεγγίζουμε με το πραγματικό δικό τους υλικό, τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία που τα συνθέτουν. Όταν μάλιστα γίνεται λόγος για προσωπικότητες του μεγέθους του Ζαχαριάδη ισχύει ο στίχος που ο Μαγιακόφσκι είχε γράψει για τον μεγάλο ρώσο ποιητή Σεργκέι Εσένιν:
«Όμως σας ρωτάω παλιοσακάτες:
Πού και πότε των μεγάλων η ψυχή
τις στρωτές και πατημένες
πήρε στράτες;».
ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

Παρουσιάζουμε τώρα το βιογραφικό σημείωμα που συνέταξε ο ίδιος στις 25/8/1946. Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Νίκος Ζαχαριάδης: Ιστορικά Διλήμματα Ιστορικές απαντήσεις» (εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ 2011)  σε επιμέλεια Γιώργου Πετρόπουλου. Έχει κρατηθεί η ορθογραφία του συντάκτη:
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Ν. ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ
Γεννήθηκα στις 27.4.1903 στην Αδριανούπολη. Ο πατέρας μου Παναγιώτης είταν από μικροαστική οικογένεια, τέλειωσε στην Πόλη τη Μεγ. του Γένους Σχολή, δούλεψε μερικά χρόνια καπνεργάτης, ειδικεύθηκε εξπέρ (πραγματογνώμων) στα καπνά και γίνηκε υπάλληλος στην Εταιρία Regie (Γαλλικό μονοπώλιο καπνών στην Τουρκία) όπου και δούλεψε σχεδόν όλη του τη ζωή ώσπου διαλύθηκε η Εταιρία αυτή το 1926 είτε 1927. Η καταγωγή του είταν απ’ τη Ρούμελη. Πέθανε στην κατοχή. Αντιδραστικός δε στάθηκε ποτέ και ποτέ δε μούπε ούτε μια λέξη για το δρόμο που τράβηξα. Απ’ την Πόλη ακόμα 1921-22 διάβαζε ευχάριστα τον τύπο μας κυρίως του άρεσε η «Κομέπ». Μα ποτέ δε μπόρεσε να ξεφύγει απ’ την υπαλληλική μικροαστική ψυχολογία, απ’ το φόβο μη χάσει τη θέση του, μην πάθει τίποτε. Στην Ελλάδα ήρθε το 1927 ή 1928 και δούλεψε ώσπου πέθανε σαν αποθηκάριος σε εταιρίες καπνού και στα τελευταία του χρόνια στη Δράμα στην αποθήκη του γαμπρού μου καπνέμπορα Μιχάλη Δρόσου. Ο πατέρας μου περιουσία δεν απόχτησε ποτέ και όλη του τη ζωή την πέρασε σε μεταθέσεις σαν υπάλληλος της Ραζί απ’ τη μιαν άκρη της Τουρκίας στην άλλη. Εμένα προσωπικά ο πατέρας μου μου στάθηκε ξένος· από μικρό παιδί γιατί με χτυπούσε πολύ, εμένα εξαιρετικά, γιατί, όπως έλεγε, τούκανα αταξίες και τον έκθετα στον κόσμο. Στο σπίτι ποτέ δεν είχαμε πολυτέλεια και ποτέ όσο έμενα στο σπίτι δε γνώρισα πείνα αν και από μικρό παιδί θυμάμαι γκρίνια στο σπίτι γύρω απ’ τα οικονομικά. Ο πατέρας δεν έπινε ποτέ ούτε και έπαιζε. Στα 1899 όντας, σαν υπάλληλος της Ρεζί, στα Άδανα της Κιλικίας (Μικρα-σία) γνώρισε και πήρε τη μάννα μου Ερατώ Πρωτόπαπα. Η Μητέρα είνε και αυτή από μικροαστική οικογένεια. Η μητέρα της (γιαγιά μου) είταν απ’ τη Χίο. Ο πατέρας της (παππούς) είχε φύγει απ’ την πατρίδα του το Καστρί της Κυνουρίας νέος με τον αδελφό του Δημήτρη ζητόντας τύχη. Ο Δημήτρης τράβηξε για την Αλάσκα. Ο παππούς μου έφτιασε μπακάλικο και μετά έκανε και ξενοδοχείο στα Άδανα. Τη μητέρα μου την προίκισε με μετρητά που οι γονιοί μου τ’ απόσυραν απ’ τον παππού μου λίγα-λίγα όταν τα χρειαζόντουσαν. Στα 1900 γεννήθηκαν στα Άδανα οι δυο αδελφές μου Ιφιγένεια και Αλεξάνδρα (Φώφη και Σάσα) δίδυμες. Απ’ τα Άδανα μετατέθηκε στην Αδριανούπολη όπου το 1903 γεννήθηκα εγώ. Το 1915 ξανά στα Άδανα γεννήθηκε ο αδελφός μου Δημήτριος (Μίμης). Στα 1905 ο πατέρας μου μετατέθηκε στα Σκόπια της Μακεδονίας πάντα σαν εξπέρ της Ρεζί. Στα Σκόπια πρωτοπήγα στο σχολείο της Ελληνικής κοινότητας. Στα 1908 πήγαμε τα παιδιά με τη μητέρα μας στα Άδανα για να δει τους γονιούς του. Εκεί έζησα την τουρκική συνταγματική μεταπολίτευση και τη σφαγή των Αρμενίων. Ξαναγυρίσαμε στα Σκόπια όπου μείναμε ως τους Βαλκανικούς πολέμους. Απ’ τα χρόνια που μείναμε στα Σκόπια έμειναν μέσα μου πολύ ζωηρές και έντονες οι παιδικές εντυπώσεις και αναμνήσεις απ’ τον ένοπλο και εξοντωτικό αγώνα που έκαναν τα χρόνια εκείνα οι μακεδόνες, Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι, και Αλβανοί ενάντια στους Τούρκους και συναμεταξύ τους. Στα 1912 ήμουνα στη Θεσσαλονίκη όταν μπήκαν οι Έλληνες. Επειδή η Σερβία και η Ελλάδα δεν αναγνώριζαν τη Ρεζί τον πατέρα μου τον μετέθεσαν στη Νικομήδεια στα 1913. Εκεί τελείωσα το δημοτικό εφτατάξιο σχολείο και στα 1916-17 για 1 χρόνο πήγα στο γυμνάσιο στην Αδριανούπολη όπου στο μεταξύ είχε μετατεθεί και βρισκότανε μόνος του ο πατέρας μας. Η μητέρα μου με τα άλλα τα παιδιά μείναν στη Νικομήδεια. Στην Αδριανούπολη στο γυμνάσιο μια παρέα από μαθητές (ανάμεσά τους και ο Τάσος ο Χαϊνόγλου) πρωτομιλήσαμε για οικονομική δικαιοσύνη και σοσιαλισμό. Στα 1917 έβγαλα την 1η Γυμνασίου και εδώ τελειώνει η σχολική μου εκπαίδευση. Γύρισα στη Νικομήδεια όπου και έπιασα δουλειά και γω στη Ρεζί.
Τέλη 1918 με αρχές 1919 στη Νικομήδεια ένας κύπριος διερμηνέας στον αγγλικό στρατό ο Ευρυπίδης Αναστασιάδης, μου πρωτομίλησε συστηματικά για το σοσιαλισμό, τη ρούσικη επανάσταση, το Λένιν και τους μπολσεβίκους. Τότε είμουνα και αρχηγός της ομάδας προσκόπων. Παραιτήθηκα από αρχηγός γιατί δε συμφωνούσα με το θρησκευτικό προσανατολισμό του προσκοπισμού. Στα 1919 έφυγα κρυφά απ’ το σπίτι για να πάω εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό. Με πήρε χαμπάρι η μητέρα μου και με επέμβασή της στο στρατολογικό γραφείο ματαίωσε τη στρατολογία μου. Έτσι έμεινα στην Πόλη όπου έπιασα δουλειά σαν υπάλληλος στον εξάδερφό μου καρβουνέμπορα Ανέστη Σεφεριάδη. Η δουλειά είταν επίβλεψη στις φορτώσεις και εκφορτώσεις, στο λιμάνι με συμμετοχή στη φυσική δουλειά. Εκεί γνώρισα τις πρώτες πείνες γιατί η επιχείρηση ουσιαστικά χρεωκόπησε και ένα χρόνο σχεδόν δεν πληρώθηκα.
Τότε έπιασα δουλειά στο λιμάνι σαν φορτοεκφορτωτής και μετά σε ρυμουλκά και σε καράβια με ταξίδια στη Μαύρη Θάλασσα. Στα 1919 πρωτοπήγα στην πανεργατική της Πόλης, οργάνωση αναρχοσυνδικαλιστική με προσανατολισμό προς τους T.W.W. (βιομήχανοι εργάτες του κόσμου). Μέλος της οργανικό δεν έγινα ποτέ. Εκεί γνώρισα τους Μάξιμο, Σκλάβο, Νικολαΐδη (Γέρο, Παππού) Σγουρή, Βάσο, Μιχαηλίδη, Σακαρέλλο, Τζινιέρη, Κριτικό και άλλους.
Στην Πανεργατική υπήρχε κομμουνιστικός πυρήνας που συνδεότανε με την Κ.Δ. Εκεί άρχισα και την πραχτική επαναστατική μου δουλειά. Στα 1921 οργανώσαμε τη Νεολαία Εργατών και υπαλλήλων με πυρήνα νέων κομμουνιστών που είμουνα ο γραμματέας του. Στα 1922 και 1923 πήγα μπαρκαρισμένος σε καράβι δυό φορές στη Σοβ. Ένωση και γίνηκα μέλος της Ομοσπονδίας Κομμουν. Νεολαιών της Σοβ. Ένωσης απ’ το 1921 με βάση τη Νεολαία της Πόλης. Στα 1921 έγινα και μέλος της Ναυτεργ. Ένωσης της Πόλης. Στα 1922 μέλος του Συνδικάτου εργατών Μεταφοράς της Σοβ. Ένωσης και της Διεθνούς Λέσχης Ναυτεργατών στη Θεοδόσια.
Όταν έφυγα στα 1923 για τη Σοβ. Ένωση είχα και σύνδεση και βεβαίωση να μείνω αυτού για σπουδές. Ο υπεύθυνος όμως της Κ.Δ. στην Οντέσσα δεν είταν πια εκεί και έτσι η σύνδεση δεν έγινε. Επειδή όμως ύστερα απ’ την ανακάλυψη λαθραίου φορτίου στο καράβι που δούλεβα δε μπορούσε να γυρίσει στην Πόλη το συνδικάτο Ναυτεργατών της Θεοδόσιας με έστειλε με δικά του πια έξοδα για σπουδές στη Μόσχα στην Κ.Ε. Ναυτεργατών και στη Γ.Ε. Εργ. της ΕΣΣΔ. Ξέχασα να πω ότι στα 1923 αναγκάστηκα βιαστικά και κρυφά να μπαρκάρω γιατί με εντολή της οργάν. Νεολαίας μαζί με τον Οδυσ. Τσικίτα μπήκαμε στο σπίτι ενός Ρώσου εμιγκρέ, πράχτορα των άγγλων στην Πόλη, που έκανε τον κομμουνιστή και ερχότανε στα γραφεία της Νεολαίας και του πήραμε μια σειρά από χαρτιά, ψεύτικες σφραγίδες που τον ξεσκέπαζαν. Στα 1923 έγινα και μέλος του Κ.Κ. Τουρκίας. Στη Μόσχα έφτασα στα μέσα του 1923 και με συστατικά απτά ρούσικα συνδικάτα πήγα στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των εργαζομένων της Ανατολής (Κουτβ) μαζί με το Νικολαΐδη (Παπού) ναυτεργάτη θερμαστή που κι αυτός είχε φτάσει στη Σεβαστούπολη απ’ την Πόλη (ο Νικολαΐδης ποτέ δεν είταν κομμουνιστής και πάντα έμεινε αναρχοσυνδικαλιστής έγινε μέλος του Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. και κατάντησε στα 1928-29 χαφιές μαζί με το Χατζαναστάση). Στο Κουτβ έμεινα ως τον Απρίλη του 1924 οπότε σε συνδυασμό με τα γεγονότα στην Ελλάδα πήρα την πρωτοβουλία και μια ομάδα απ’ τους Μενεγάκη-Κριτικό-Σκλάβο-Νικολαΐδη, κάναμε αίτηση στην Κ.Δ. και αυτή μας έστειλε στην Ελλάδα όπου και φτάσαμε τέλη του Μάη είτε αρχές του Ιούνη του 1924. Μαζί μας, χώρια όμως από μας, κατέβηκαν τότε και οι Μήτσος Σακαρέλλος και Στέλιος Αρβανιτάκης.
Μπήκα αμέσως σαν απλό μέλος στην Κ.Ν. της Αθήνας και λίγο αργότερα στην καθοδήγησή της. Πρωτοπιάστηκα με προκηρύξεις σχετικές με τη Διεθνή Ημέρα Νέων, μαζί με ένα συνεργείο της Κ.Ν.Α. μας άφισε ο ανακριτής. Το Σεπτέμβρη του 1924 η Κ.Ε. της ΟΚΝΕ μας έστειλε στη Θεσ/νίκη που είχε δημιουργηθεί διάσταση ανάμεσα στο εκεί μέλος της Κ.Ε. Ζωή Βεντούρα και την καθοδήγηση της Κ.Ν.Θεσ/νίκης γύρω απ’ το γιορτασμό της Δ.Η.Ν.Με πήραν στην καθοδήγηση της Κ.Ν. και μετά στην 3μελή γραμματεία της. Έπιασα και δουλειά σαν ειδικός γραμματέας της Κ.Ο.Ε.
Στις αρχές του 1926 με πιάσαν μαζί με άλλους συντρόφους για το Εθνικό και με κλείσαν στο Γεντί Κουλέ απ’ όπου και έφυγα ύστερα από τρεις μήνες και συνέχισα τη δουλειά μου στη Κ.Ν.Θ. Στο ίδιο διάστημα με κοοπτάτσια η Κ.Ε. της ΟΚΝΕ με έκανε μέλος της και με κάλεσε στη Αθήνα όπου βρέθηκα όταν κηρύχτηκε η δικτατορία του Πάγκαλου. Πήρα μέρος στην Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. που συνήλθε όταν κηρύχτηκε η διχτατορία αυτή. Μετά γύρισα στη Θεσ/νίκη στη δουλειά της Κ.Ν. και στην καθοδήγηση της Κ.Ο. που είχε πάθει χτυπήματα. Το Μάρτη ή Φλεβάρη του 1926 με προδοσία του αρχείου Μπέσυλα μ’ έπιασε στο δρόμο ο χαφιές Παππάς. Του έφυγα όμως ρίχνοντάς τον σ’ ένα λάκκο αρχαιοτήτων και έμεινα στη δουλειά μου στην Κ.Ο. και την Κ.Ν. Το διάστημα αυτό ξεσκεπάστηκε στην Κ.Ο. Θεσ/νίκης ο χαφιές Στέλιος Αρβανιτάκης. Την περίοδο αυτή που γινόντουσαν οι προεδρικές εκλογές ένα μέρος απ’ την καθοδήγηση της Κ.Ο. (τότε είταν 3μελής: Δ. Μαραγκός, Ζωή Βεντούρα και εγώ) για ν’ αποσπάσει και ατομικά ρουσφέτια είχε ρθει σε συνεννόηση με τον απεσταλμένο για τις εκλογές απ’ τον Πάγκαλο στη Θεσ/νίκη ταγματάρχη Παναγόπουλο, για να διευκολύνει τη δουλειά του Πάγκαλου που δεν ήθελε την αποχή (που απειλούσαν να κηρύξουν και όλα τ’ αστικά κόμματα) για να εμφανίσει την καλπιά που ετοίμαζε πιο νόμιμη. Σχετικά με τις εκλογές εγώ είχα κατεβεί στην Αθήνα στην Κ.Ε. που τότε την αποτελούσαν οι Λεφτ. Σαυρίδης και Λεαν. Κριτικός.
Εγώ ήμουνα υπέρ της αποχής. Η Κ.Ε. κατάληξε σε τούτο δω: να πάρει μέρος το Κ.Κ.Ε. στην προεδρική εκλογή με υποψήφιο το γέρο Βαλιανάτο που τότε είταν εξορία σε ένα νησί. Επειδή όμως είταν δύσκολο να γίνουν οι δημοσιεύσεις (κυρίως να συγκεντρωθούν τα στοιχεία του Βαλανιάτου για να κατατεθεί η υποψηφιότητά του στον Άρειο Πάγο), αποφασίστηκε ότι για το αν και πώς θα πάρουμε μέρος τελικά στην εκλογή θα μας ειδοποιούσε η Κ.Ε. με το Λεωνίδα Χατζησταύρου της Κ.Ο.Ε. που θα κατέβαινε στην Αθήνα για να πάρει μέρος στο πανελλαδικό συνέδριο της Γεν.Συνομ. των Εργατών. Με αυτή τη γραμμή ξαναγύρισα στη Θεσ/νίκη.
Αυτά γινόντουσαν 10-15 πριν τις εκλογές. Μέχρι την Παρασκευή πριν απ’ την Κυριακή της εκλογής, δεν πήραμε καμιά ειδοποίηση απ’ την Αθήνα. Στο μεταξύ ο Μαραγκός συνέχιζε τις επαφές του με τον Παναγόπουλο υπέρ της συμμετοχής μας στην εκλογή. Ο Βεντούρας ταλαντευότανε. Τις ενέργειες του Μαραγκού τις μάθαινα κυρίως απ’ τον Βεντούρα. Τότε έκανα το εξής: επειδή ο Μαραγκός εξέθετε την ΚΟΘ και το Κ.Κ.Ε. με τις ενέργειές του, του πρότεινα να ζητήσει άδεια για συγκέντρωση της ΚΟΘ στο Λευκό Πύργο. Ο Μαραγκός πήρε την άδεια απ’ τον Παναγόπουλο. Και η συγκέντρωση ορίστηκε για την Παρασκευή 2 μέρες πριν απ’ την εκλογή.
Ύστερα από επιμονή μου κύριος ομιλητής μπήκα εγώ. Απ’ τους εβραίους ο Βεντούρας. Ο Μαραγκός επέμενε να μιλήσει και ο αδελφός του Γεώργος, που ο Παναγόπουλος κείνες τις μέρες τον είχε αποφυλακίσει. Εγώ δε συμφώνησα. Ο Γ. Μαραγκός όμως εμφανίστηκε στον τόπο της συγκέντρωσης για να μιλήσει. Αναγκάστηκα να τον διώξω. Μίλησα μόνον εγώ ξεσκεπάζοντας με όση συνέπεια μπορούσα όλο το έργο της διχτατορίας και κηρύχνοντας αποχή. Τα σχέδια του Παναγόπουλος χάλασαν. Κανένας δεν περίμενε τέτοια ομιλία. Ο Βεντούρας τρομοκρατήθηκε έστριψε και δε μίλησε. Οι εργάτες χειροκρότησαν την αντιδιχτατορική γραμμή. Έτσι τέλειωσε η συγκέντρωση. Στην εκλογή κάναμε αποχή. Αυτό επιβλήθηκε απ’ τα πράγμα γιατί ούτε το κόμμα μπόρεσε να βάλει την υποψηφιότητα του Βαλιανάτου μα ούτε και τα αστικά κόμματα που είχαν κοινό υποψήφιό τους το Δεμερτζή πήραν μέρος στις εκλογές. Κήρυξαν και αυτοί αποχή. (Ξέχασα πιο πάνω να πω τούτο δω ο Λεφτ. Σταυρίδης είχε υποστηρίξει ότι αν δεν καταφέρναμε να βάλουμε δικό μας υποψήφιο θα έπρεπε να υποστηρίξουμε το Δεμερτζή. Εγώ είχα αντιταχτεί στο σημείο αυτό απόλυτα και δεν είχε καταλήξει η Κ.Ε. σε ξεκαθαρισμένη θέση πάνω στο ζήτημα αυτό. Τα γράφω όλα τα πιο πάνω γιατί λίγο ύστερα από την εκλογή με απόφαση της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. κατέβηκα στον Πειραιά και ανέλαβα τη γραμματεία της ΚΟΠ ενώ στη Θεσ/νίκη στάλθηκε ο Μοναστηριώτης. Αυτός και τότε και αργότερα όταν προσχώρησε στο λικβινταρισμό προσπάθησε τις συνεννοήσεις του Μαραγκού-Παναγόπουλου να τις φορτώσει σε μένα και μέσα στο άναμα της πάλης ενάντια στο λικβινταρισμό, κυρίως σε μένα ενώ και μόνη η γραμμή που βάλθηκε στη συγκέντρωση ξεκαθαρίζει το ζήτημα. Ο λικβινταρισμός μίλησε για συνεννόηση Κούτβη-Παγκάλου και χτύπησε κυρίως το ότι ο Παναγόπουλος έδωσε την άδεια για τη συγκέντρωση χωρίς να θέλει να δει την πολιτική ουσία στο ζήτημα.
Απ’ το Μάη πάνω κάτω του 1926 δούλεψα γραμματέας στην ΚΟΠ στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ και διηύθυνα το Κεντρικό Αμί (αντιμιλιταριστική δουλειά). Στο μεταξύ (τέλη του 1925 θαρρώ) είχε γίνει το συνέδριο της ΟΚΝΕ στη Αθήνα. Πήρα μέρος σαν αντιπρόσωπος της Θεσ/νίκης και είμουνα και εισηγητής. Βγήκα στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ. Στην ΚΟΠ έμεινα μέχρι το Δ/βρη του 1926 οπότε αντικαταστάθηκα απ’ το Χαϊνόγλου γιατί στο μεταξύ είχα πιαστεί για την υπόθεση του αρχείου Γεωργοπαπαδάτου. Με την ανατροπή του Παγκάλου πήρα ενεργό μέρος στα γεγονότα της 9 του Σ/βρη. Δικό μου ήταν το σύνθημα και η αρθρογραφία του «Ρ» απ’ την πρώτη μέρα, που ξαναβγήκε ύστερα απ’ την ανατροπή του Πάγκαλου, για την αριστερή και την πραγματική Δημοκρατία. Το σύνθημα αυτό το καταδίκασε κατοπινά η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. στη σύσκεψη του Σ/βρη του 1926 και πιο αργά. Τέλη του 1926 πιάστηκα στο μέρος όπου γίνηκαν τα γεγονότα με τους αρχείους, στην πλατεία Αγ. Θεοδώρων κοντά στα γραφεία του «Ρ». Απ’ τον χωροφύλακα που μ’ έπιασε έφυγα στραμπουλίζοντάς του το χέρι. Μετά δυο μέρες με κυνήγησε μια ομάδα αρχείων και με τη βοήθεια χωροφυλάκων μ’ έπιασαν σαν αυτουργό στο φόνο του Γεωργοπαπαδάτου. Με πήγαν στην Παληά Στρατώνα απ’ όπου βγήκα ύστερα από 10-12 μέρες. Η υπόθεση έχει έτσι. Οι αρχείοι στο αστυνομικό Τμήμα Θησείου είπαν ότι είμαι ο Ζαχαριάδης. Εγώ όμως είχα κανονικώτατα χαρτιά στο όνομα Ζάδης. Την άλλη μέρα που με πιάσαν ο Διοικητής του τμήματος με παρέπεμψε στο αυτόφωρο για παράνομη οπλοφορία γιατί μου βρήκαν πιστόλι. Δικάστηκα 15 μέρες. Αμέσως μετά με πήγαν στον ανακριτή για την υπόθεση Γεωργοπαπαδάτου. Είταν όμως παραμονές πρωτοχρονιάς και ο ανακριτής έλειπε. Τότε οι χωροφύλακες με πήγαν στην Παληά Στρατώνα μια και είχα καταδίκη για 15 μέρες. Εκεί με κατάγραψαν με το όνομα Ζάδης και με βάλαν στα κατάδικα. Είχες τότε δικαίωμα να πληρώσεις και να εξαγοράσεις το μισό της ποινής. Λεφτά δεν είχα και ειδοποίησα την οργάνωση που πλήρωσε μόνο στη 12η μέρα. Στο μεταξύ ο ανακριτής είχε ζητήσει το Ζαχαριάδη απ’ τα υπόδικα μα τέτοιος στα χαρτιά της Χωροφυλακής δεν υπήρχε. Ώσπου να ξεκαθαριστεί το ζήτημα πρόλαβα με την εξαγορά και βγήκα. Έμενα παράνομος.
Στο μεταξύ στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ είχα ρθει σε διάσταση με τον Κολοζώφ. Ο Κολοζώφ είταν ένα εγωϊστικό και φιλόδοξο αντικομματικό στοιχείο. Με φοβότανε ότι θα τον υποσκελίσω στην ΟΚΝΕ και η αλήθεια είνε ότι στο Συνέδριο της ΟΚΝΕ το 1925 μπορούσα και έπρεπε να τον διώξω απ’ την ΟΚΝΕ δεν το έκανα όμως από μικροαστική ευαισθησία. Όταν είμουνε στην ΚΟΠ πριν ακόμα πέσει ο Πάγκαλος η Κ.Ε. του Κόμματος μου ανάθεσε να οργανώσω την απόδραση του Π. Πουλόπουλου και του Γ. Κολοζώφ. Έστειλα την Ντόμνα Παπάζογλου –γυναίκα τότε του Κολοζώφ– στη Φολέγανδρο με το σχόλιο απόδρασης και τη μέρα που ορίστηκε πήγα ο ίδιος με βάρκα να τους πάρω. Αυτοί όμως, για λόγους «πολιτικούς» είχαν αρνηθεί να φύγουν και δεν κατέβηκαν στο μέρος όπου τους περίμενα. Αυτό το περιστατικό μεγάλωσε ακόμα πιο πολύ την περιφρόνησή μου προς τον Κολοζώφ. Όταν γύρισε απ’ την εξορία του τα ’πα όλα ανοιχτά στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ. Είμουνα όμως απασχολημένος κυρίως στην ΚΟΠ και αυτός άρχισε στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ. Είμουνα όμως απασχολημένος κυρίως στην ΚΟΠ και αυτός άρχισε στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ διαβολές ενάντιά μου ότι παραμελώ την ΟΚΝΕ αν και ήξαιρε ότι η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. με είχε βάλει στην ΚΟΠ γραμματέα και είχα όλο το βάρος της δουλειάς. Στην εποχή του Πάγκαλου, στα 1926 είχαμε μείνει στην Κ.Ε. της ΟΚΝΕ κυρίως οι Αγησ. Βλάχος, Γεωργ. Κωνσταντινίδης (Ευσταθίου είτε Ασημίδης) και εγώ. Στο μεταξύ είχαμε στείλει τον Κωνσταντινίδη στη Βιέννη σε μια συν/ψη της Βαλκ. Ομοσπονδ. Κομμ. Νεολαίας. Όταν γύρισε ο Κωνσταντινίδης άρχισε μαζί του ο Κολοζώφ την υπόσκαψή μου. Παράσυραν και τους Ξυπόλυτο, Μουτζούρη και Ντούβα. Εγώ έβλεπα μόνο την κομματική μου δουλειά και ούτε έχανα λεφτό με τις ίντριγκες του Κολοζώφ.
Στο μεταξύ πέρασα στην παρανομία και έτσι έφτασα στη συν/ψη της ΟΚΝΕ το Φλεβάρη του 1927. Σ’ αυτήν πήρε μέρος και ο αντιπρόσωπος της Κ.Δ.Ν. Γκάρικτς (αυτός που κατοπινά τουφεκίστηκε στην ΕΣΣΔ σαν τροτσκιστής). Όταν είδα εγώ ότι ο Γκάρικτς χωρίς να μελετήσει τα γεγονότα αγκάλιασε τον Κολοζώφ, ζήτησα σε συμφωνία με την τότε καθοδήγηση του Κόμματος (Χαϊντάς – Ευτυχιάδης κτλ.) να περάσω οριστικά στο Κόμμα και αυτό αποφάσισε και η συν/ψη της ΟΚΝΕ. Τα γράφω όλα αυτά για να κρατηθεί η ιστορική συνέχεια. Απ’ το 1924 που πρωτογνώρισα τον Κολοζώφ κατάλαβα τι αριβιστικό στοιχείο είνε και στα 1927 όταν έφευγα απ’ την ΟΚΝΕ είξερα πού θα καταντήσει ο Κολοζώφ και η παρέα του. Το λάθος μου είνε ότι θεληματικά τους άφησα ελεύθερο το έδαφος και δεν τους πολέμησα πολιτικά- ιδεολογικά ακόμα και στη συν/ψη της ΟΚΝΕ το Φλεβάρη του 1927 δεν τους ξεσκέπασα όταν είδα και τη στάση του Γκάριτς που δεν έβλεπε πέρα απ’ τη μύτη του.
Στα μέσα του 1927 η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. με έστειλε γραμματέα της Θεσσαλίας στο Βόλο. Μετά τρεις μήνες ένα βράδυ από κατάδοση ενός προβοκάτορα με πιάσαν, τους ξέφυγα όμως, χάρη στα ψεύτικα χαρτιά, όταν με στείλαν με συνοδεία να τους δείξω το σπίτι που καθόμουνα. Στο Βόλο έμεινα και παραπέρα ως τις αρχές του 1928 οπότε με ξαναπιάσανε μ’ όλον τον πυρήνα μου στη συνεδρίασή του από προδοσία ενός μέλους του πυρήνα χαφιέ χωρίς να διευκρινίσουν πάλι ποιος είμαι. Έμεινα τρεις σχεδόν μήνες φυλακή στο Βόλο. Μετά το τρίμηνο ετοιμαζόμουνα για εξορία. Λίγες μέρες πριν συμπληρωθεί το 3μηνο κάποιος καταδότης ειδοποίησε τον αρχιχαφιέ της Λάρισας Τέγο. Αυτός ήρθε με ανεγνώρισε και τότε με στείλαν στην Αθήνα για την υπόθεση του Γεωργοπαπαδάτου. Με κλείσαν στην Παληά Στρατώνα. Με στείλαν στη Λειβαδιά, με ξαναφέραν στην Παληά. Η δίκη στο κακουργοδικείο αναβλήθηκε 6 φορές. Στο Βόλο είχα πριονίσει ένα σίδερο και άνοιξα μια τρύπα στον τοίχο μα δεν τα κατάφερα κυρίως γιατί τα πρόσωπα απ’ τους κοινούς κατάδικους που αναγκαστικά πέρναν χαμπάρι για τη δουλειά τη στραπάτσερναν. Για τους ίδιους λόγους απότυχα και στη Λειβαδιά, όπου άνοιξα τρύπα στον τοίχο μα με κατάδοσε ένας κοινός κατάδικος. Ύστερα όμως απ’ την 5η αναβολή στο κακουργοδικείο του Πειραιά ανεβαίνοντας με τον ηλεχτρικό πήδηξα απ’ το τραίνο και έφυγα. Τότε με απόφαση της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. και παρά τις αντιρρήσεις μου (μου βάλαν ζήτημα πειθαρχίας) στάλθηκα στα μέσα του 1929 στην ΕΣΣΔ για σπουδές. Στο διάστημα αυτό μέχρι την αναχώρησή μου για την ΕΣΣΔ, πήρα ενεργό μέρος απ’ το 1925 και μέσα απ’ τη φυλακή στην πόλη ενάντια στο λικβινταρισμό. Σε μια συζήτηση πριν απ’ το 4ο συνέδριο του κόμματος και απ’ αφορμή την αρθρογραφία μου απ’ τη φυλακή για την κατάσταση και το απεργιακό κύμα που το 1ο 6μηνο του 1929 φούντωνε γοργό, ο Πασχάλης (Αναστασιάδης) με χτύπησε απ’ την «Κομέπ» για δεξιές εκδηλώσεις. Τον Πασχάλη στα 1926 τον είχα ξεσκεπάσει και χτυπήσει στην Κ.Ν. Θεσ/νίκης σαν στοιχείο μικροαστικό, εγωϊστικό και τυχοδιωκτικό. Για ν’ αναδειχτεί και επιπλεύσει αυτός χτυπούσε τότε δίχως αρχές τους καλούς κι εξελίξιμους νεολαίους της Κ.Ν. Θεσ/νίκης. Την απάντησή μου στον Πασχάλη δεν τη δημοσίεψαν.
Στη Σοβ. Ένωση έμεινα ως τον Οχτώβρη του 1931. Στο διάστημα αυτό τέλη του 1929 γνωρίστηκα και συνδέθηκα με τη γυναίκα μου Μάνια Νοβάκαμα του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας. Το 1934 αποχτήσαμε γυιό, τον Κύρο. Πέρασα στο ρούσικο κόμμα και παρακολούθησα πολιτικά και οικονομικά μαθήματα. Τον Οχτώβρη του 1931 ξαναγύρισα στην Ελλάδα. Με κοοπτάτσια γίνηκα μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. μαζί με τους Γιανν. Ιωαννίδη, Νεφελούδη, Σκλάβαινα, και Γιανν. Μιχαηλίδη. Από τότε πήρα μέρος μέχρι τη μέρα που πιάστηκα, στις 17 Σ/βρη του 1936 στην καθοδήγηση του κόμματος και η προσωπική μου ευθύνη σ’ όλο αυτό το διάστημα για την όλη την πορεία και δουλειά του Κ. είνε σοβαρή και μεγάλη. Στο διάστημα αυτό σε φυλακή και σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία έκανα 8½  χρόνια. Βασική έγνοια μου σε όλο αυτό το διάστημα είταν να μη γίνω αφορμή για οποιαδήποτε πολιτική είτε οργανωτική ζημιά στο κόμμα και παράλληλα να υπερασπιστώ τη γραμμή του κόμματος και να το βοηθήσω στη δουλειά του κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και αν βρισκόμουνα. Φυσικά ούτε σκέφτηκα ποτέ να παίξω από μέσα καθοδηγητικό ρόλο και αντιτάχτηκα σε σχετικές σκέψεις που πρόβαλλαν άλλοι.
Ξεκινούσα πάντα από την αρχή ότι οτιδήποτε κάνει ένας από μέσα και μάλιστα στις συνθήκες τις δικές μου, έτσι είτε αλλοιώς θα το ’ξερε είτε θα το μάθαινε η ασφάλεια. Ανάλογα με τη θέση αυτή κανόνιζα τη δουλειά μου με βασική πάντα φροντίδα να μη γίνω αφορμή για οργανοτεχνικό χτύπημα ενάντια στο κόμμα. Νομίζω ότι βασικά το κατάφερα καλά.
Στο διάστημα της φυλάκισής μου κύρια απασχόλησή μου είταν α) μελέτη των προβλημάτων του Κ. και του τόπου. β) φροντίδα για την ομαλή ατομική ομαδική και κομματική-πολιτική ζωή μέσα στη φυλακή και στο στρατόπεδο. γ) Απασχόληση με ειδικά κομματική ζητήματα όπως λ.χ. η υπόθεση Μάθεση. δ) Με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο ξέροντας την κατάσταση στο κόμμα πήρα την πρωτοβουλία για το 1ο και το 2ο γράμμα και η όλη «συνεργασία» μου με την Π.Δ. απόβλεπε στο να χρησιμοποιήσω μέσα στις δύσκολες εκείνες στιγμές και την ελάχιστη δυνατότητα για σωστή πολιτική κομματική δουλειά χωρίς να πολυλογαριάζω τους τόπους, έτοιμος να χρησιμοποιήσω και την παραμικρή δυνατότητα που είταν υποχρεωμένος να δώσει ο εχθρός για να κάνει όπως πίστευε τη δουλειά του.
Στις 20 του Μάη 1941 η Γεν. Ασφάλεια (Παξινός Χαραλαμπίδης και Σία) πραγματοποίησε απόφαση που ασφαλώς από πριν είχε πάει ο Μανιαδάκης με τους άγγλους και με παρέδωσε στην Γκεσταπό, που την ίδια μέρα μ’ έστειλε στη φυλακή της Γκεσταπό, Βιέννη. Εκεί με ανάκριναν. Αρνήθηκα να δώσω οποιοδήποτε οργανοτικοτεχνικό στοιχείο για το Κ.Κ.Ε. και κατάληξα στη δήλωσή μου ενάντια στο χιτλερισμό, την κατοχή στην Ελλάδα κλπ. που είνε δημοσιευμένη στο «Ρ». Απ’ τη Βιέννη μ’ έστειλε η Γκεσταπό στο Νταχάου. Εκεί η πολιτική απασχόλησή μου είταν:
α) να οργανώσω τους γερμανούς κομμουνιστές κομματικά πράγμα που τελικά έδωσε πολύ λίγα αποτελέσματα γιατί υπήρχαν πολλές φαγωμάρες και σύγχιση ανάμεσά τους.
β) η πάλη για την καθαρότητα της γραμμής και πάλης μας: 1) στο ζήτημα της πραχτικής δουλειάς (σαμποτάζ, βλάψη με όλες τις δυνατότητες στους χιτλερικούς) 2) στο θεωρητικό-πολιτικό τομέα σωστή τοποθέτηση και των αγγλοαμερικανών στον πόλεμο. (αναφέρω ειδικά τα σημεία αυτά γιατί και στα δύο ήρθα σε σύγκρουση με τους συντρόφους που καθοδηγούσαν τους αυστριακούς κομμουνιστές, που είταν και οι καλλίτεροι, οι πιο πολλοί και οι πιο καλά οργανωμένοι στο Νταχάου. Οι αυστριακοί σύντροφοι αρνιόνταν την πραχτική δουλειά με σαμποτάζ και ενεργητική αντίπραξη στο χιτλερισμό και δεύτερο είχαν βαθειές σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες σχετικά με τους αγγλοαμερικανούς και το ρόλο τους.
γ) Η δουλειά με τους έλληνες συντρόφους που απόβλεπε στη φυσική και πολιτική επιβίωση και σε πραχτική σαμποταριστική δουλειά όσο χωρούσε.
Η σκέψη και η προσπάθεια να φύγω και να ξαναγυρίσω στην κομματική δουλειά δεν μ’ άφησε ποτέ. Και απ’ την Κέρκυρα είχε μπει το ζήτημα απ’ το Π.Γ. Και όταν έφευγε ο Μιχαηλίδης πήρε σχετικές οδηγίες μα δεν έκανε τίποτε. Και την ασφάλεια προσπάθησα και με αστυφύλακες άγνωστούς μου. Ο Σκαφίδης με προμήθευσε ύστερα από αίτηση που με πριονάκι που του ’φερε ο αδελφός του. Μα τα πριονάκια αποδείχτηκαν ακατάλληλα. Κάτι αστυφύλακες που με συνέδεσαν με τη Π.Δ. μου πρότειναν να φύγω. Σ’ αυτούς όμως δεν είχα εμπιστοσύνη όπως δεν είχα εμπιστοσύνη και στο φύλακα και μετά υπαρχιφύλακα Περικλειώτη που μου πρότεινε στην Κέρκυρα ένα φανταστικό και αρκετά ύποπτο σχέδιο για απόδραση.
Προσπάθειες έκανα και απ’ το Νταχάου. Μα οι γερμανοί σύντροφοι παρά τις υποσχέσεις τους δε δώσαν καμιά βοήθεια κυρίως γιάφκα για όξω. Όταν στα μέσα του 1944 μπήκε μπρος ένα πραγματοποιήσιμο σχέδιο με τους δικούς μας πια του Μόναχου είτε πια αργά.
Όταν με πήγαν στο Νταχάου στα βιογραφικά μου στοιχεία που έδωσα είπα τα πράγματα όπως είχαν.
Στο Νταχάου, εφ’ όσον η διοίκησή του δεν είχε μια συγκεκριμένη υπόδειξη από πάνω για εξόντωση και εφόσον εσύ από μέσα δεν πιανόσουνα σε δουλειά πολιτική- οργανωτική είτε κλεψιά κλπ., μπορούσε να σταθείς στα πόδια αν έλυνες το ζήτημα της τροφής, της φυσικής ύπαρξης (λ.χ. εύκολη δουλειά, πρόσθετη τροφή κλπ.). Σ’ αυτό το σημείο με βοήθησαν σοβαρά τόσο οι γερμανοί και αυστριακοί κομμουνιστές όσο και οι έλληνες σύντροφοι, που ήρθαν πιο αργά.
Όταν στις 29 του Απρίλη ήρθαν οι αμερικάνοι στο Νταχάου εγώ έφυγα και πήγα στο Μόναχο στους εκεί δικούς μας αιχμάλωτους πολέμου (εαμίτες και ελασίτες). Μετά 2 μέρες ήρθαν οι αμερικανοί και με πήραν και με κράτησαν, ως τη μέρα που μ’ έστειλαν αεροπορικώς στο Παρίσι, σ’ ένα είδος περιορισμού. Στο Παρίσι παρουσιάστηκα στην Ελλην. Πρεσβεία, αυτή ενήργησε στην αγγλική Πρεσβεία και έτσι έφτασα στις 29.5.45 στην Αθήνα με το όνομά μου σαν αξιωματικός του ελληνικού στρατού. Αυτό έγινε για να ευκολυνθεί το ταξίδι.
Εδώ ξαναμπήκα στη δουλειά του Κόμματος. Το Κ.Κ.Ε. περνώντας τη μεγάλη δοκιμασία της διχτατορίας, του πολέμου, της κατοχής και τους μεταδεκεμβριανού καθεστώτος, δημιούργησε στο πρώτο κόμμα του Λαού και της χώρας. Τραβά θαρραλέα το σωστό δρόμο. Πιστεύω όμως πως χρειάζεται απ’ την υπεύθυνη κομματική καθοδήγηση να εξεταστούν πρόσωπα και πράγματα στην κομματική δουλειά απ’ το 1931 και δω για να ξεκαθαριστούν και διευκρινιστούν πολλά ζητήματα που μένουν κάπως εκκρεμεί καί εμποδίζουν, ας είνε και λίγο, την απρόσκοπτη πορεία του Κόμματος. Κυρίως πρέπει να ερευνηθούν και να φωτισθούν, υπεύθυνα κομματικά, μια σειρά ζητήματα στην εσωκομματική ζωή και εξέλιξη όσο και στην πολιτική του κόμματος τόσο στην περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά όσο και κατοπινά.
Αυτό σήμερα είνε τόσο πιο απαραίτητο όσο πάμε για καινούργιες δυσκολίες και για το Κ.Κ.Ε. είνε αναγκαίο να διδαχθεί και διαπαιδαγωγηθεί πάνω στην πείρα του απ’ τις δύσκολες και κρίσιμες περιστάσεις και καμπές που πέρασε στο παρελθόν.
Αθήνα 15.8.46                                                                 Ν. ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Σημείωση: Οι αδελφές μου παντρέφτηκαν δίχως προίκα. Η Σάσα πήρε ένα κρητικό στρατιωτικό τότε και τώρα ιδιωτικό γιατρό τον Κώστα Ζαχαράκη. Τώρα είνε δικός μας. Η Φωφώ πήρε τον καπνέμπορα Μιχάλη Δρόσο αντιδραστικό μαυρομετωπίτη. Η ίδια είνε δικιά μας. Όταν γύρισα απ’ τη Γερμανία τον αδελφό μου Μίμη τον βρήκα μέλος του Κ.Κ.Ε. Η μητέρα είταν και είνε πάντα μαζί μου.

Ακολουθεί το «Μήνυμα από την άλλη μεριά» που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Νίκος Ζαχαριάδης: Θύτης και θύμα» (εκδόσεις ΦΥΤΡΑΚΗ 1991) του Πέτρου Ανταίου. Και εδώ επίσης έχει κρατηθεί η ορθογραφία του συντάκτη:
TON TITΛO KAI THN ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΣΤΟ ΓΡΑΦΤΟ TAXA BAΛEI ΠPIN TH συνάντηση με το Λουλέ και τ’ αφίνω εκθέτοντας αφτό που μου ζήτησε o ίδιος. Το γραφτό αφτό γίνεται σε ένα αντίγραφο.
Ιούλης 1973
MHNYMA ΑΠΟ THN ΑΛΛΗ MEPIA
 Την τιμή κανένας δεν μπορεί
να σου την αφαιρέσει.
Την τιμή μπορείς μονάχα 
να την χάσεις.
Στη ζωή μου έκανα πολλά λάθη και στραβά. Ο αναμάρτητος πρώτος το λίθο βαλέτω. Όμως με κατηγόρησαν ότι πρόδωσα το KKE και τον αγώνα και με διέγραψαν απτό κόμα. Κανένας δε βρέθηκε ανοιχτά, αντρίκια να πει ότι αφτό είναι ψέμα. Παράπονο δεν έχω γιατί έμαθα το φορτίο να το κουβαλώ μόνος μου. Το KKE ήταν και παραμένει το κόμα μου και κανένας δεν μπορεί να το χτυπήσει και να το λερώσει χρησιμoπoιώvτας το όνομά μου. Όταν έκανα το γράμμα προς τον εισαγγελέα Αθηνών στα 1962 τόγραψα ξεκινώντας απτά ίδια κίνητρα που με καθοδηγούσαν όταν έγραφα και το γράμμα του 1940. Η αντίδραση της Αθήνας φάνηκε πιο έξυπνη, —όταν μου αρνήθηκε να γυρίσω στην Ελλάδα,— απαφτούς που το σήκωσαν σα μια ακόμα απόδειξη της προδοσίας μου.
Το κουκουέδικο πέρασε πολλές αντάρες και μπόρες, όμως να το ξεριζώσει κανένας δεν μπόρεσε γιατί αφτό θα σήμαινε να ξεριζώσει τον ίδιο το λαό. Παρόλες τις δοκιμασίες που τόδερναν και το δέρνουν το KKE είναι αθάνατο.
Το γράμμα αφτό το γράφω για να βουλώσω το στόμα σ’ όλους αφτούς που θα βάλουν τώρα τις φωνές. Με το KKE δεν είχα ούτε έχω ανοιχτούς λογαριασμούς. Ούτε μπορούσα ποτέ νάχω.
Απόλη μου την ψυχή εύχομαι σ’ αυτούς που φορτώθηκαν το πολύ δύσκολο έργο να ξαναστήσουν το κουκουέδικο στα πόδια του να πετύχουν απόλυτα, ολοκληρωτικά. Να το κάνουν το KKE της Εθνικής Αντίστασης, που οι βαλτοί την πρόδωσαν, το KKE του αθάνατου ΕΛΑΣ και του δοξασμένου ΔΣΕ.
28 Ιούλη 1973                                                                                      Ν. Ζαχαριάδης
Αφτοί που θα πάρουν το γράμμα αυτό μπορούν να το χρησιμοποιήσουν όπως θέλουν. Τα παρακάτω προορίζονται μονάχα για τους Φλωράκη – Λουλέ – Πλάτανο. Μπορεί να υπάρχουν και άλλοι που δε θάχα αντίρηση να το διαβάσουν… (Σημ. Π.Α.: δεν υπάρχει τελευταία αράδα στο φωτοαντίγραφο. Το κείμενο συνεχίζεται στην επόμενη, δεύτερη (ΙΙη) σελίδα με τις λέξεις, «γιατί όχι;»)            .
… για όχι; Ο Λένιν δίδασκε να βρίσκουμε τη ρίζα. Ο Λουλές με επικίνδυνη αφτοϊκανοποίηση και επανάπαψη με μη πολιτική, αθεμελιακά (δηλ. χωρίς επαρκές πολιτικό θεμέλιο) διαβεβαιώνει: τόρα, παρόλες τις δυσκολίες, όλα θα πάνε καλά. Ο δρόμος προς τον Άδη είναι στρωμένος με καλές προθέσεις: «καλές προθέσεις» είχε και ο Κολιγιάννης, Παρτσαλίδης, Μάρκος και λοιποί. Θέλω να με καταλάβαιτε σωστά: αν σας έβαζα στο ίδιο σακί δε θα σας έγραφα. Μα γι’ αφτό σας λέγω τη γνώμη μου ανοιχτά: Ο Λουλές μου φάνηκε μονοκόματος, δογματικός: έβαλε τον εαφτό του στη μέση, δεξιά βλέπει τον οπορτουνισμό, αριστερά τον εξτρεμισμό και νομίζει ότι έπιασε τον Πάπα απτά γένια. H ζωή είναι κάπως πιο περίπλοκη, πολυσύνθετη και δύσκολη και με κλειστά τα μάτια κανείς μονάχα σκοντάφτει και πέφτει όμως τα εμπόδια δεν τα βλέπει.



Ώστε το κακό πρέπει να το δούμε στη ρίζα του. Και να το πουμε ανοιχτά. Ο πολιτικός μηδενισμός που μετάθεσε το ΚΚΕ απτήν πρωτοπορία στην ουρά, για πρώτη φορά απτό 1931, αν εξαιρέσεις τη Βάρκιζα, πρέπει να εκμηδενιστεί. Και σ ’ αφτό πρέπει να μας βοηθήσουν όλα τα κόμματα της επιτροπής του 1956. H ηθική εξυγίανση πρέπει ν’ αρχίσει απτό ξεκαθάρισμα ως τον πάτο του αίσχους της προβοκάτσιας της Τασκέντ στα 1955. Το KKE πρέπει να ξαναβρεί τον εαυτό του. Μη προς κακοφανισμό σας θ’ αναφερθώ εδώ σε μια βουρ (Σημ. Π.Α.: το υπόλοιπο της λέξης δυσανάγνωστο) παροιμία: Το δάχτυλο έδειχνε το φεγγάρι και ο βλάκας έβλεπε στο δάχτυλο.
— Σχετικά με τον αντιδημοκρατισμό στο κόμμα που αναφέρει ο Λουλές: εγώ πάντα πάλαιβα μέχρι τέλους για τη γνώμη μου μα ποτέ δεν έκλεινα το στόμα του αλλουνού. Ο Πορφυρογένης ήταν ο πιο κοντινός για μένα σύντροφος, όμως μ’ αφτόν τσακωνόμουνα τις πιο πολλές φορές ανοιχτά και παθιασμένα. Για την «εξόντωση στελεχών» (πάλι ο Λουλές): στα 1945 θα μπορούσα άψε-σβύσε να «εξοντώσω» ανεπιστρεπτεί Σιάντο -Παρτσαλίδη- Ιωαννίδη. Όμως αυτό δεν έγινε. Γιατί; Σήμερα, πολύ σωστά, μπορούν να μου πουν, ότι ήταν λάθος που δεν το έκανα.
—Του Λουλέ τούπα για τους Γούσια – Στρίγκο – Ιωαννίδη και τα γνωστά για Πλουμπίδη — (δυσανάγνωστη λέξη, ίσως Μάθεση). H απάντησή του ήταν: τα χρόνια αφτά αγρίεψες και στην απομόνωση η αρρωστιάρικη φαντασία σου γενάει βρυκόλακες (το νόημα ήταν αφτό, όχι τα λόγια του). Αυτό τόπε πολές φορές και το επαναλάβαινε κάθε τόσο παρά του ότι του έλεγα ότι αφτά τάχω γράψει στην Τσεκά KΠCC από χρόνια πριν με φέρουν στο Σουργκούτ. Όμως όταν ο λόγος ερχότανε για περιπτώσεις που ο ίδιος είχε «ιδίαν αντίληψιν»: (δυσανάγνωστο όνομα, πιθανόν Βέτας), Τσακίρης, Θανασάκης, Γλέζος, Βαφειάδης, κ.λ.π. αδίσταχτα τους έβγαζε σκάρτους. Για το Τασκέντ (προβοκάτσια) είχε αντίληψη μονάχα για το κομμάτι που αναφερόταν στον αδελφό του. Σχετικά με τα «αγρίεψα» και «βρυκολάκιασα». Έχει δίκαιο. Απτό 1956 οι Κολιγιάννηδες, Μαυρομάτηδες, Yφαντήδες και Σία με κυνήγησαν σαν αγρίμι στη ζούγκλα. Απτήν πρώτη μέρα που ήρθα εδώ στο Σουργκούτ στο Λεσπρομχόζ (σε παρένθεση η ίδια λέξη με ρωσικούς χαρακτήρες) όπου δούλεβα άρχισαν οι κουβέντες πως είρθε σπιούνος. Τα όργανα της εδώ ασφάλειας ζητούσαν απτούς υπαλλήλους της βιβλιοθήκης, όπου μελετούσα ταχτικά, να μάθουν: τι κάνει αφτός εδώ! Αναγκάστηκα να (η τελευταία γραμμή του κειμένου δεν βγήκε στο αντίγραφο)… «ξαίραν» ότι είμαι ύποπτος: λ.χ. οι υπάλληλοι του ταχυδρομείου, όπου όλη η αλληλογραφία μου ελέγχονταν είτε κατακρατούνταν (Έχω ατράνταχτες αποδείξεις) είτε η γείτονές μου που τους βάζαν να με σπιουνάρουν: μου τάλεγαν οι ίδιοι. Μετά βάλαν και το φυλάκιο με τους μιλιτσιονέρους και τον προβολέα μπροστά στο σπίτι που έμενα. Κάποτε πήγα σ’ ένα ακρινό μαγαζί να αγοράσω ψωμί. H πωλήτρια μου είπε: εσύ είσαι εκείνος που στο σπίτι του στέκουν μιλιτσιονέροι;! Αναγκάστηκα να κλειστώ στο σπίτι μου. Να βγαίνω όξω για ψώνια μια φορά το μήνα. Για «φίλο» με είχαν μονάχα οι κοινοί εγκληματίες που σωρηδόν γιομίζουν το Σουργκούτ. Όταν ο Σηφάκος έφευγε από μένα στη Μόσχα του κάναν σωματική έρευνα. Θάθελα να τον έχω εδώ το Λουλέ να μην αγριέψει!
—Γιατί δε σας είπα συντρόφους και σας είπα κυρίους: στα σοβιετικά όργανα υπάρχει τούτη η αρχή: όταν ο κατηγορούμενος εμφανίζεται μπροστά στις αρχές δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη λέξη: σύντροφος.
—Για το ότι στα 1944 «σκοντάψαμε στο κατώφλι» ο Λουλές δεν βλέπει προδοσία, πούλημα συνειδητό: Οι Ρούσος – Ζεύγος – Πορφυρογένης δεν έκαναν συνειδητή προδοσία. Ο Σιάντος και ο Ιωαννίδης (γι’ αφτό κατάληξα αργότερα) πρόδωσαν συνειδητά. Όπως συνειδητά πρόδινε και ο Πλουμπίδης. Αν δεν το δούμε αφτό θάμαστε μωροί γιατί αλλιώς δε θα εξηγήσουμε και δεν θα καταλάβουμε γιατί χάσαμε τότε τον αγώνα.
—Για τη Βάρκιζα: η συμφωνία της ήταν κ ρ α τ ι κ ή πράξη. Εγώ δεν μπορούσα να τη διαγράψω με μια μονοκοντυλιά δίχως να προκαλέσω χάος και ανεπανόρθωτο, τότε, χτύπημα του κινήματος. Όταν τον Ιούνη ή Ιούλη του 1945 έγραψα στο «Ρίζο» ότι «Βάρκιζα δε θα ξαναγίνει» ήρθαν οι Σιάντος – Παρτσαλίδης και μου ζήτησαν εξηγήσεις. H 2η Ολομέλεια της KE που έγινε ακριβώς στην επέτειο της υπογραφής της Βάρκιζας πολιτικά-ουσιαστικά αναίρεσε τη συμφωνία εκείνη. Και τούτο ακόμα: εκείνος ακριβώς ο χαρακτήρας της Βάρκιζας (κρατική πράξη) με ανάγκασε ν’ αποδοκιμάσω το Βελουχιώτη παρά το ότι τον εχτιμούσα παλιά. Ο ηθικός εκτροχιασμός του Άρη στα βουνό παραμένει απαράδεχτος…
—Για το στρατηγικό ξεκίνημα του ΔΣΕ χωρά πολύ συζήτηση. Όμως μη φαντάζεσαι τον εαυτό σου στρατηγό βλέποντας τη μάχη έξω απτό χορό και μάλιστα δίχως εξονυχιστική ανάλυση της συγκεκριμένης τότε κατάστασης στην Ελλάδα (λ.χ. εγγλέζικη κατοχή) και διεθνούς τότε συσχετισμού δυνάμεων: ΕΣΣΔ – ΕΠΑ πρώτ’ απόλα. Όμως, ξανατονίζω, εδώ χωρά πολύ συζήτηση. Όμως ΛΑΘΟΣ θανάσιμο είναι να χαρακτηρίσουμε σαν τυχοδιωκτισμό την εποποιία του ΔΣΕ.
—Θα μπορούσα να γράψω και άλλα πολλά. Όμως και αυτά δείχνουν ότι με τον Κώστα στο βασικό για μένα τώρα ζήτημα, το προσωπικό μου ουσιαστική διαφορά απτόν Κολιγιάννη δεν είδα. Γι ’ αφτό και πάλι πείστηκα ότι η απόφασή μου είναι σωστή. Θα του κάνω όμως ακόμα μια υποχώρηση: απαφτόν που θάρθει να πάρει το γραφτό αφτό, θα του πω να μου φέρει μέχρι την 1η Αυγούστου εισιτήριο για τη Μόσχα να το φέρω το γραφτό μόνος μου. Αν δε βγει τίποτα τότε συμπαθάτε με. Για τα παιδιά μου: η θέλησή μου είναι να μην πάρουν ποτέ το επίθετό μου. Κι έτσι τους φόρτωσα σκοτούρες. Αφτό αφορά την Όλγα και το Σηφάκο. Για την Όλγα ο Λουλές δε θα πρέπει να ξεχάσει αυτό που είπε ότι  θα τη βοηθήσει για κατοικία. Έγραψα βιαστικά και το γραφτό ούτε το ξαναδιάβασα. Τόρα είναι ώρα Αθήνας 11.00, 29.VII.73.
Ν. Ζαχαριάδης
[Μια και δεν είρθαν ακόμα να το πάρουν το γραφτό συνεχίζω. Όπως ανάφερα το πρώτο μέρος δεν το ξαναδιάβασα ούτε θα το ξαναδιαβάσω γιατί τότε θα πρέπει να το ξαναγράψω: θα υπάρχουν, ασφαλώς, πολλά λάθη, «ανορθογραφίες», λέξεις γραμμένες ανάποδα, σαν κι αφτή στην πρώτη γραμμή εδώ: αντί για όπως έγραψα όμως και το διόρθωσα. Αφτά όλα, φυσικά, δεν αφορούν το πολίτικο νόημα του γραφτού. Αναφέρομαι σε όλα αφτά γιατί τα ίδια θα επαναληφτούν και σε τούτο το κομμάτι. Θα πρέπει να καταλαβαίνετε την κατάστασή μου (ο Λουλές μου είπε ότι παλάβωσα και θα τους πει να με δέσουν. Είχε αφτή την καλωσύνη) και ότι είναι αδύνατο να ξαναδιαβάσω και να ξαναγράψω. Στις αγκύλες αυτές προσθέτω και τούτο: όταν διάβασα στο «N.K.» (Σημ. Π.Α.: Νέο Κόσμο, θεωρητικό όργανο του KKE που εκδιδόταν στο εξωτερικό), το άρθρο του Χ.Φ. (Σημ. Π.Α.: Χαρίλαου Φλωράκη, μάλλον) (μου τόστειλαν οι κουκουέδες της Τασκέντ με το Σηφάκο) έγραψα όχι απάντηση, μα απ’ αφορμή του άρθρου. Οι νέες εκλογές μυριζόντουσαν στον αέρα, αν και εγώ συγκεκριμένα, όξω απτό άρθρο του Χ.Φ. —έκανε εντύπωση το γεγονός ότι άφησαν και δημοσιέφτηκε— δεν ήξερα τίποτα απόλυτα. Τότε, δηλαδή, όταν «μυρίστηκα», έγραψα στον Μπρέζνιεφ (το γράμμα είναι χρονολογημένο: 28-X-72) και ξανάβαλα το ζήτημα: στην κατάσταση που δημιούργησε η επέμβαση Κούσινεν - Ντεζ - Χρουστσώφ έπρεπε να μπει τσεκουράτα τέλος. Έκανα τότε την 4η ή 5η απεργία πείνας. Φυσικά απάντηση δεν πήρα, όμως το «μύρισμα» υπήρχε αν και η «Πράβντα» στα πολύ λίγα πούδινε για την Ελλάδα μάλλον αποπροσανατόλιζε, λ.χ.: ξαφνικά άρχισε να γράφει για τη δίκη του Παρτσαλίδη (έτσι έμαθα ότι τον πιάσανε) και αφτό μου δημιούργησε απορίες: πώς ο Καζαμίας εμφανίζεται στις στήλες της «Πράβντα». Όμως, πάλι ξαφνικά, δεν είπε τίποτε όταν τον καταδίκασαν, δηλαδή για το τέλος της δίκης. Απ’ αφορμή θυμήθηκα ότι η «Πρ.» και άλλες φορές, όταν μιλά για την Ελλάδα και το ΚΚΕ, τα «μπερδεύει». Λογουχάρη: το ανακοινωθέν που δημοσιεύτηκε για το «8ο συνέδριο» (εγώ το θεωρώ απόλυτο νόθο) είταν ουσιαστικότατα και χτυπητά διαφορετικό απτό κείμενο που δημοσίεφσαν οι διορισμένοι: δε μπορώ εδώ να παραθέσω επί λέξει, γιατί δεν έχω τα κείμενα μπροστά μου, όμως η διαφορά βρίσκεται σε τούτο: οι διορισμένοι γράφαν ότι στο «συνέδριο» πήραν μέρος οι... κομματικές οργανώσεις, ενώ η «Πρ.» έδινε άλλη εντύπωση και έδειχνε τη νοθεία.
Στο άρθρο εκείνο που έγραψα απ’ αφορμή το γραφτό του Χ.Φ. έκθετα πιο πλατιά και «εμπεριστατωμένα» τις απόψεις μου. Είναι γραμμένο με πολύ οξύτητα, πολεμικά, ακόμα και χολιασμένα. Συμβούλεψα στους κουκουέδες της Τασκέντ να το ξαναχτενίσουν, να το μαλακώσουν, αφαιρώντας όλα τα χολιασμένα και άχρηστες οξύτητες του και με κάποιο ψευδώνυμο να το στείλουν στο «N.K.». Όμως το άρθρο στο Τασκέντ δεν έφτασε ούτε και γω τόχω. Όταν κάποτε θα το ξεθάψετε θα δείτε τις απόψεις μου εχτεταμένες πιο συμμαζεμένες απότι σε τούτη δω την αταξία. Εδώ κλείνω τις αγκύλες.]
— Αρχίζω με το άρθρο του Λουλέ, που γι ’ αφτό δέκα φορές μούπε: «διάβασε το και θα δεις». Καταλαβαίνετε ότι να κάτσω και να μελετήσω το άρθρο αφτό και τ ’ άλλα έντυπα που μούφερε είταν αδύνατο (ο Κώστας όλο απορούσε: μα και τούτο δεν το ξαίρεις, μα και το άλλο δεν τόμαθες. Θα τους πω εκεί στη Μόσχα: αφτά τα διαβάζει όλος ο κόσμος να τα στέλνετε και σ’ ΑΦΤΟΝ). Στη φράση αφτή υπάρχει και πιο βαθύ νόημα που αποκαλύπτει την πραγματική νοοτροπία σας, τις προθέσεις σας απέναντι μου: να τα στέλνετε και σ΄αφτόν! δηλαδή θα τον κρατάμε αφτού καρφωμένο. Όμως όταν στο πρώτο μέρος θα διαβάσετε ότι δε βλέπω διαφορά απτόν Κολιγιάννη στη συμπεριφορά σας προς εμένα, ασφαλώς θα σας κακοφάνηκε! Εγώ τα ψυρίζω όλα αφτά γιατί είμαι υποχρεωμένος να το κάνω, αλλιώς δε γίνεται. Και ας λέγει ο Λουλές ότι βρυκολάκιασα και είμαι για δέσιμο. Θα κάνει μεγάλο λάθος αν νομίσει ότι μου κακοφάνηκε. Ούτε το παραμικρό. Το κακό ειναι αλλού: δεν μπόρεσε να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει με το Ζαχ. εδώ στο Σουργκούτ. Αφτή τη μομφή του την κάνω. Λοιπόν: το άρθρο του Λουλέ δε μπορούσα να το διαβάσω όπως πρέπει, μονάχα το ξεφύλισα κι έπεσε το μάτι μου τυχαία στη σελ. 108 (αμέσως τα υπογράμμισα με κόκκινο) πρώτα αφτού όπου μιλά ότι «απ ’ τους αποκατασταθέντες στην 6η Ολομέλεια μονάχα ένας (αριθ. 1) βρίσκεται σήμερα με το κόμμα», και δεύτερο, στο πολύ πιο σοβαρό!!. «το ανώμαλο καθεστώς του Ζαχαριάδη»!!… Όλη η τραγωδία του ΚΚΕ εκφράζεται συμπυκνωμένη, (δυσανάγνωστη λέξη) στη φράση αυτή. Μα αφτή αποδείχνει και τούτο, που είναι πολύ πιο τραγικό: απτήν τραγωδία του KKE δεν καταλάβαμε ντιπ τίποτε. Ένα ερώτημα στητό, τσεκουράτο, κάθετο, ερώτημα που σ’ αφτό έχει χρέος αγωνιστικής τιμής ν απαντήσει ο κάθε κουκουές, ν απαντήσει έτσι σα να δίνει όρκο μπροστά στο κίνημα, με το χέρι ορθό: η ANΩΜΑΛΙΑ αφτή που χαντάκωσε το ΚΚΕ, το γκρέμισε απτό κεφάλι στην ουρά, δημιουργήθηκε πριν για μετά το 1956; Ας βάλει το χέρι του ο Λουλές στην καρδιά του και ας απαντήσει. Όμως αυτό που γράφει: ανώμαλο καθεστώς πριν το 1956 είναι η φωνή του Κολιγιάννη, του Παρτσαλίδη, του Μαυρομάτη, του Στρίγκου, του Yφαντή και όλων αφτών των «αποκατασταθέντων» του Λουλέ που απαφτούς «μόνο ένας (αριθ. 1) βρίσκεται σήμερα στο κόμμα». Και ο Μαυρομάτης και ο Yφαντής είναι κι αφτοί με το κόμα; Τους αναφέρω γιατί και αφτοί είναι απτούς αποκατασταθέντες αν και είχαν «χτυπηθεί» πιο μαλακά. Το Μαυρομάτη τον καρατόμησε σαν αντισοβιετικο στα 1949 ο Παρτσαλίδης και στα 1956 τον αποκατέστησε. Είχε για την καρατόμηση αφτή και στενά προσωπικούς λόγους. Μετά τον αποκατάστησε γιατί ο Μαυρομάτης έλεγε το Ζαχαριάδη προβοκάτορα. Μα ο Μαυρομάτης ποτέ δεν ήταν κομμουνιστής. Συνοδοιπόρος, πασαλιματίας του μαρξισμού-λενινισμού, πασαλιματίας γιατί ο μαρξ.-λεν. γι αυτον πάντα ήταν άψυχο γράμμα και δεν είχε καμιά δημιουργική σχέση με τον κορμό και την ψυχή του κινήματος στην πατρίδα μας: μικρομπουρζουάς με πασάλιμα, επίχρισμα μαρξισμού. Δεν ήθελε βλέπετε να μάθει τα ρούσικα γιατί αφτό θα του αδυνάτιζε το μνημονικό, τη μνήμη του που την (δυσανάγνωστη λέξη). Και νομίζετε ότι τυχαία στην Ακροναυπλία τον παρατσούκλεψαν αρκούδιο, όταν, τα δέματα πούπερνε, τάτρωγε, σε νυχτερινή νομή, μονάχος του;
Για τον Υφαντή: Χτυπήθηκε γιατί ολημερής, σ’ εστιατόριο στο κέντρο του Βουκουρεστίου οργάνωσε γλέντι τρικούβερτο με όργανα και με κορίτσια προσκαλώντας σ’ αφτό και ανθρώπους που δούλευαν στις πιο εμπιστευτικές κοματικές δουλιές σαν τον Μπελεβέντη που έφτιαχνε τα διαβατήρια γι’ αφτούς που έφεβγαν για την Ελλάδα. Και αφτός αποκαταστάθηκε! Δεν έχει ούτε το ηθικό ανάστημα ούτε το μυαλό για νάνε στην καθοδήγηση του ΚΚΕ. Απλός υπαλληλάκος μάλιστα.
Κατά ένα τρόπο αποκαταστάθηκε και ο Στρίγκος. Εκτός απτίς άλλες, σοβαρότατες για μένα, επιφυλάξεις, που θα σας τις πει ο Λουλές, για το χοντρό έχω να πω και τούτο: προσπαθούσε πάντα να ζει κομματικά ήσυχα, δίχως ανατάσεις, όμως και στα 1928-29 και στα 1956 επιπλέει και αποκαλύπτει ικανότητες και αναβρασμό δράσης που ποτέ δε φανέρωνε δημιουργικά όταν το κόμα πάλεβε και ανέβαινε. Τι έκανε στην κατοχή συγκεκριμένα δεν ξαίρω. Στο ΔΣΕ απότυχε. Ποτέ δεν έδωσε τίποτε πρωτεργατικό, αβτουργικό, πρωτότυπο-στριγγικό εχτός στις περιόδους που το κόμα τόδερναν αναμπουμπούλες. Για την καθοδήγηση του κόμματος δεν κάνει. Προς το ΚΚΣΕ τσανακογλυφτεί και αφτό δεν είναι καλό σημάδι.
Λοιπόν, στο ψητό: ανωμαλία είναι η 12 Ολομέλεια (1945), το 7ο συνέδριο, η 2η Ολομέλεια 1946, το βουνό και ο ΔΣΕ, τα κομματικά σώματα στο βουνό, η Συν/ψη του ΚΚΕ (Σημ. Π.Α.: αναφέρει από παραδρομή «1949» αντί το σωστό, 1950) (όπου εγώ μονάχος «ανώμαλα» φυσικά, ζήτησα να δώσουμε το λόγο στο Βαφειάδη και σεις όλοι πολύ ομαλά με καταψηφίσατε), ανώμαλο και το ντοκουμέντο της λίμνης Ρίτσας που έχει την προσωπική, ιδιόχειρη ση μείωση του Στάλιν: «σύμφωνος», το ντοκουμέντο που καθόρισε τη μεταεμφυλιακή γενική πολιτική γραμμή μέχρι και το 1956, ανωμαλία και η όλη πολιτική και δράση του κόμματος που απτά 1950 κιόλας απόδειξε τετραγωνικά ότι πολιτικά η νίκη της αντίδρασης στον ένοπλο αγώνα είταν πύρρειος, απόδειξε ότι το κόμμα έμεινε πολιτικά άτρωτο, να το απομονώσουν δε μπόρεσαν, ότι την πρωτοβουλία στην πολιτική ζωή την κρατά αφτό (όλα αφτά κατατρόμαξαν μοναρχοφασισμό και αμερικανοκρατία), πολιτική που έφερε στα 1956 στη νίκη του δημοκρατικού μετώπου όπου στις εκλογές πήρε την πλειοψηφία των ψήφων (όχι των εδρών) τις μέρες ακριβώς που ο Χρουστσώφ με την επιτροπή Κούσινεν – Ντεζ κατάφερε το πισώπλατο χτύπημα κατά του KKE και του δημοκρατικού κινήματος στην Ελλάδα. Ανωμαλία και ο Μπελογιάννης; Ανωμαλία όλα αφτά; Και ομαλότητα, μέλι-γάλα όλα όσα έγιναν μετά το 1956; Ήμαρτον παναγιά μου και μη χειρότερα.
[Σημείωση 1η: ανωμαλία στο κόμμα υπήρχε: πρώτον η προσωπολατρεία του Ζαχαριάδη που γι’ αφτή μίλησα πιο πάνω και θα σταθώ ξανά εδώ. Το Ζαχαρ. για πρώτη φορά τον πρόβαλαν ανοιχτά στο πολιτικό προσκήνιο πραξικοπηματικά-συνωμοτικά οι Σκλάβαινας – Παρτσαλίδης -  Στρίγκος κτ.λ. εν αγνοία μου και παρά τη θέλησή μου στο «Ρίζο» στα 1934 ή 1935 (*). Το «Ρίζο» τον κρατούσα τότε εγώ διά του Στρίγκου και Πετρή που μ’ αφτούς αντάμωνα κάθε μέρα. Τίποτε πολιτικό δεν περνούσε χωρίς να το ξέρω. Ξανατονίζω, η επαφή με το «Ρίζο» (Στρίγκο - Πετρή) ήταν καθημερινή προφορική και γραφτή. Άπειρα είναι τα σημειώματά μου προς αφτούς τον καιρό εκείνο. Λοιπόν, ξαιροντας ότι δε συμφωνώ οι Παρτσ. - Σκλαβ. διά του Στρίγκου πασάρισαν στο «Ρίζο» παρε... οντάς με (Σημ. Π.Α.: δυσανάγνωστα τα υπόλοιπα γράμματα της λέξης) το κείμενο εκείνο. Στο 7ο συνέδριο, παρά την προσωπική επέμβασή μου εκλέχτηκα, αντικαταστατικά, Γεν. Γραμ. Τους γραμματείς της τους εκλέγει η K.E. Σε συζήτηση με τον τότε εκπρόσωπο της τσεκά KΠCC στο βουνό (Πετρώφ) παρουσία και του Σέχου τους είπα: όλα αφτά Ζαχ. - Στάλιν, Eμβέρ - Στάλιν, Ντεζ - Στάλιν, κ.τ.λ. είναι κουροφέ-ξαλα. Υπάρχουν Μαρξ - Ένγκελς - Λένιν - Στάλιν και αφτό είναι αρκετό και τα καλύπτει όλα τ’ άλλα. Άπειρες φορές προσωπικά χτυπούσα ανοιχτά την προβολή μου. Όταν στην πρώτη σύσκεψη των στελεχών του ΔΣE στην Πύλη (Βίτσι) κάποιος με ονόμασε αρχηγό τον διάκοψα μπροστά σ ’ όλους και είπα: Αρχηγού παρόντος —κι έδειξα το Μάρκο— πάσα αρχή παυσάτω. Αρχηγός είναι ο Μάρκος (να ποιος ήθελε να τον υμνολογούν γιατί νόμιζε ότι έτσι θα αντικαθιστούσε το μυαλό που δεν είχε) και όλοι έχουμε χρέος να τον βοηθάμε να κάνει καλά τη δουλειά του. Αφτό δε σημαίνει ότι του χάριζα κάστανα (αυτό είναι πασίγνωστο και γι’ αφτό με μίσησε ο Βαφειάδης) όμως δεν επέτρεπα στους άλλους (όπως, λ.χ., Κολιγιάνης και Πετρής) να τον φάνε μέχρι τη στιγμή που κατέρευσε στο Γράμμο και «το’φαγε» το κεφάλι του μόνος του. Εγώ, το ξαναλέω, αναγνώριζα μονάχα όχι ανωτερότητα γαλονιών μα υπεροχή πνέβματος, ηθικής ανωτερότητας, ρωμέικου φιλότιμου και σεμνής παλικαριάς. Θεωρούσα και θεωρώ σαν το πιο μεγάλο αίσχος, ετσιθελικά, μη έχοντας ν’ αντιπαραθέσεις τίποτε άλλο, από αδυναμία πνέβματος και μυαλού να προσπαθείς να βουλώσεις το στόμα του αλλουνού, να μην αναγνωρίσεις το δίκιο του όταν τόχει και να μην αναγνωρίσεις ανοιχτά και ντρέτα τα λάθη σου, όταν βέβαια, τα βλέπεις και τα νοιώθεις. Ας βγει ένας να ισχυριστεί ότι χτύπησα το χέρι μου και τούπα κλειστό το στόμα σου, εγω τόπα έτσι θα γίνει, και τότε να μου κόψτε τ’ αφτιά. Πίστευα και πιστεύω ότι αφτό δείχνει έσχατη αδυναμία μυαλού και άθλιο γνώρισμα χαραχτήρα. Όμως για τη γνώμη μου μέχρις εσχάτων και ποτέ, ποτέ δε δίστασα ν ’ αναλάβω τις εφθύνες και να πάρω την πολιτική είτε κομματική πρωτοβουλία όσο δύσκολη και ριψοκίνδυνη και αν είταν, όλα αφτά, βέβαια, μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων μου. Κανείς δε μπορεί... (Σημ. Π.Α.: τρεις-τέσσερις λέξεις δεν βγήκαν στο φωτοαντίγραφο). Τόρα ο Λουλές μου θύμιζε περιπτώσεις διάφορες και μούλεγε: γιατί εκείνη τη φορά δεν έκανες έτσι και την άλλη αλλιώς. (Έχει υπόψη του προσωπολατρικές εκδηλώσεις). Του βγάζω το καπέλο μου και τον προσκυνάω. Θάταν πολύ πιο καλό να μου τάλεγε τότε. Πιο καλό και για το κόμα και για μένα. Ο μόνος που πιο πολύ απόλους μούλεγε ανοιχτά τη γνώμη του και τις διαφωνίες του είταν ο Μιλτιάδης. Γι ’ αφτό και τον σεβόμουνα και τον εχτιμούσα πιο πολύ. Αφτό δεν το λέω τόρα, εκ των υστέρων: μετά το 1956 αλληλογραφούσαμε αφτός απτήν Τσεχοσλοβακία εγώ απτό Μποροβιτσί μέχρι τη στιγμή που πήρα το τηλεγράφημα της γυναίκας ότι ο Μίλτος πέθανε. Ηθική εφτύνη για το θάνατό του την έχει η κλίκα Κολιγιάνη - Παρτσαλίδη γιατί ο Μιλτιάδης θα μπορούσε να ζήσει πολλά ακόμα χρόνια αν είχε τη δυνατότητα να κάνει θεραπεία. Και αφτό άλλο ένα παράδειγμα της κολιγιανικής ομαλότητας, έτσι Κώστα; Τα γράμματά μου μπορείτε να τα πάρτε, να τα ζητείστε απτή γυναίκα του. Εκεί θα δείτε και τις διαφωνίες μας. Τα δικά μου πρέπει να τάχει ο Πάβλος Αντόνοφ. Ο ίδιος έχει και πολλά άλλα χαρτιά μου. Να τα πάρτε όλα γιατί όλα είναι κομματικά και πολλά που έχουν σοβαρό ενδιαφέρον για το κόμα. Όμως το πιο πιθανό είναι ότι τα παράδωσε κι αφτά στα όργανα της κρατικής ασφάλειας (ΚΓΜπέ). Σημείωση 2η απ’ αφορμή που ανάφερα το Νίκο το Μπελογιάνη: ένα απτά πιο μεγάλα εγκλήματα του Πλουμπίδη είνε και τούτο. Τότε, στα 1952, πριν την εχτέλεσή του γινόντουσαν εκλογές. Στην Αθήνα εκπρόσωπός μας είταν ο Πλουμπίδης που πήρε την εντολή να κάνει όλα τα δυνατά και αδύνατα να εκθέσει το Μπελογιάνη σαν υποψήφιο. Ο Μπελογιάνης ασφαλώς θάβγαινε βουλευτής και αφτός είταν ο μόνος τρόπος να σωθεί. Να προβληθεί η υποψηφιότητα του Νίκου και να ριχτούν χιλιάδες ψηφοδέλτια γι’ αφτόν όλα αφτά είταν δυνατά. Και αν ακόμα επίσημα δεν τον ανακήρυταν. Ο Μπελογιάνης και σαν «άκυρα» θα μπορούσε να συγκεντρώσει πολύ περισσότερους ψήφους απότι χρειάζονταν για να φανεί ότι ο λαός τον εκλέγει. Ο Πλουμπίδης που επιβεβαίωσε λήψη εντολής (στ’ αρχεία μας πρέπει να υπάρχουν όλα αφτά) δεν έκανε απόλυτα τίποτε. Αφτό τον ξεσκέπασε οριστικά και τότε τον «πιάσαν» και οργάνωσαν την κωμωδία της δίκης και εχτέλεσής του. Ο Λουλές «δεν τα πιστέβει όλα αφτά». Τους θεωρεί ανίκανους τους κυπίτες για τέτια! Ας πάρει τις εφημερίδες με την «εχτέλεση» του Πλουμπίδη, ας τα ξαναμελετήσει συγκρίνοντάς τα με το ότι ο σταθμός μας ανοιχτά έλεγε ότι όλα αφτά είνε σκηνοθεσία, τάλεγε πριν την «εχτέλεση» του, και ας ξαναβγάλει συμπέρασμα. Να υπερεχτιμάς τον εχθρό σου είναι λάθος όμως να τον υποτιμάς είναι αμάρτημα θανάσιμο. Αν μου μείνει ώρα θα ξαναγυρίσω παρακάτω στο θέμα αφτό. Στο άρθρο μου που αναφέρω πιο πάνω (όπου τοποθετώ τον εαυτό μου και σε σχέση με τα σύγχρονα διεθνή προβλήματά μας) στέκουμε πιο λεπτομερειακά και στο ζήτημα της δουλειάς του εχθρού μέσα στις γραμμές μας αρχινώντας απτήν ίδρυσή του και μετά, στα εικοσάχρονα πιο συστηματικά και απτήν πλευρά του Γουΐκαμ (I.S.) (Σημ. Π.Α.: Ιντέλιτζενς Σέρβις) όσο και του 2ου Γραφείου του ΓΕΣ διά του αρχείου του Μαρξ, του Ντόβα (αδελφού του «ήρωα» της Κόνιτσας) κ.τ.λ. και στα. τριαντάχρονα. Θάταν τυφλαμάρα να νομίζουμε ότι και σήμερα δε μας δουλέβει το ίδιο εντατικά και πιο πολύ ακόμα απότι τα χρόνια εκείνα. Σημείωση 3η: άλλη ανωμαλία πιο σημαντική είναι ότι όταν αρχίσαμε να φτιάνουμε τις παράνομες οργανώσεις μάς σακάτεψαν τα χτυπήματα του εχθρού, που κατάπεφταν σαν καταράχτης, δε μας άφηναν ν ανασάνουμε και που δείχναν ότι υπάρχει κάτι το σάπιο ψηλά, στην κεφαλή μας. Αφτό ο σταθμός μας τόπε ανοιχτά. Στο άρθρο μου στέκουμε και σ’ αφτό πιο διεξοδικά. H μελέτη και η ανάλυση η δική μου συγκεντρώνουν τα κύρια πυρά (γιατί υπήρχαν συλλήψεις και από άλλους λόγους), στο Γούσια, βγάζουν απτά συγκεκριμένα στοιχεία τη φωτογραφία του. Γι’  αφτό από χρόνια, όπως το λέω και στο πρώτο γραφτό, πιο πάνω, έγραψα στην Τσεκά του ΚΠCC. Για το Γούσια πολλά στοιχεία μπορεί να δώσει ο Μπαρτζιώτας, αρχίζοντας απτήν κούνια του (Γιάννενα). Σήμερα το πιο ύποπτο είναι τόρα ο Γούσιας «κάθεται ήσυχα»! Βοηθάει στο Βουκουρέστι τη γυναίκα του οδοντογιατρό. (Λουλές). Γούσιας και «κάθεται ήσυχα»! Ασύληπτο! Λοιπόν, τα χτυπήματα εκείνα αποτέλεσαν την πιο μεγάλη ανωμαλία του κόμματος τα χρόνια εκείνα. Αν το κόμμα, το ίδιο όπως και πολιτικά, μπορούσε και στο οργανωτικό, στον τομέα της ανασυγκρότησης και αναδημιουργίας των παράνομων οργανώσεων νάχει έστω και μέτριες επιτυχίες θα μπορούσαμε το Ζαχαριάδη με την προσωπολατρεία να τον βάλουμε στη θέση του και ν’ απαλλάξουμε το κόμμα απτόν τρανταγμό του 1956. Και για να κλείσω την αγγύλη μια που έθιξα το θέμα της επαγρύπνησης είνε δυστύχημα ότι πέθανε ο Φίλμπι (Δεν ξέρω να το γράψω εγγλέζικα). Και είναι σοβαρό λάθος και ασυγχώρητη διεθνιστική παράλειψη του ΚΠCC το ότι δε μας βοήθησε εδώ. Εγώ ζήτησα από χρόνια, πριν πεθάνει, να δω τον Φίλμπι μα δε μου απάντησαν. Όμως μου είνε αδύνατο να πιστέψω ότι τα στοιχεία που έδωσε ο Φίλμπι για τη δουλειά του στην ηγεσία της I.S., όπου ήταν υπεύθυνος και για τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, δεν αναφέρεται στη δουλιά της εγγλέζικης μυστικής υπηρεσίας μέσα στο ΚΚΕ στα χρόνια κυρίως 1931-1945 και μετά. Τα στοιχεία αφτά πρέπει να υπάρχουν στα χαρτιά του ΚΓΜπέ.]
Το πρόβλημα της ανωμαλίας στο ΚΚΕ προβάλει σαν το κεντρικό στο κόμα, σαν ακρογωνιαίος λίθος για την παραπέρα πορεία του. Κεντρικό, φυσικά, απτήν πλεβρά της ηθικής εξυγίανσης του, του ξεκαθαρίσματος της περασμένης σαβούρας. Αν θελήσουμε το πρόβλημα να το φορτώσουμε στην πριν το 1956 περίοδο και να μη δούμε ότι η ΑΝΩΜΑΛΙΑ αρχίζει με την επέμβαση του 1956 (περιλαμβάνοντας και το βούρκο της προβοκάτσιας της Τασκέντ γιατί αφτή δείχνει, ότι ηθικά η επέμβαση ξεκινούσε απτήν πιο πρωτοείδωτη αγωνιστική ανηθικότητα) επέμβαση που ηθικά, ιδεολογικά, πολιτικά αφόπλισε το κόμα μας, τόκανε κόμα τρίτης, δέκατης σειράς, το εξευτέλισε γιατί «απόδειξε» ότι το κουκουέδικο δεν έχει την ικανότητα να λύσει τα πιο στοιχειώδικα εσωτερικά του ζητήματα ενώ μπόρεσε να δημιουργήσει τον ΕΛΑΣ, το ΕΑΜ, την Εθνική Αντίσταση, το ΔΣΕ, το Μπελογιάνη, τις εκλογές του 1956. Είνε λογικό αφτό; Απορέει η επέμβαση από οργανική ανικανότητα, εσωτερική αποσύνθεση του ΚΚΕ; Αγιάτρεφτη αρώστια του που έκανε υποχρεωτική την ανάμιξη του Χρουτστώφ, του Νόβοτνι, του Γιουγκοφ, του Γκομουλκα, του Ράκοσι, που σήμερα κανείς τους δεν υπάρχει στο κόμα; (Ο Λένιν που κριτικάριζε αμείλιχτα και ανοιχτά κάθε πολιτικό παραστράτημα είταν αμείλιχτα αντίθετος σε τέτοιες αναμίξεις: βλέπε στάση απέναντι στο ελβετικό σοσιαλιστικό κόμα όταν ήταν εκεί). Και δεν καταλαβαίνει ο Λουλές ότι σήμερα προσπαθεί να αναστηλώσει το κόμμα όχι γιατί το χαντάκωσε ο Ζαχαριάδης, μα γιατί το ξεχαρβάλωσαν, το υποχρέωσαν να υποστείλει τη σημαία του η πολιτικά λαθεμένη και αγωνιστικά ανήθικη επέμβαση της Επιτροπής Κούσινεν – Ντεζ και η διορισμένη απαφτούς συμορία των διορισμένων; Τι αξίζουν οι μεγαλοφυΐες των Κούσινεν – Ντεζ όταν δεν μπορούσαν να δουν ότι ένα τέτιο συνοθύλευμα δ ί χ ω ς α ρ χ έ ς απτούς μπατιρημένους Παρτσαλίδη και Βαφειάδη, απτούς Κολιγιάνη, Ζήση, Δημητρίου, Αποστόλου, Μαυρομάτη, Στρίγκο, κ.λ. δε μπορούσε να οδηγήσει το κουκουέδικο; Ποιος έφτασε μέχρι τη διάλυση των οργανώσεων του ΚΚΕ και ποιος το μετέθεσε απτην πρωτοπορεία του κινήματος στην ουρά, ποιος είναι σήμερα πολιτικά απομονωμένος στην Ελλάδα και γιατί η αντίδραση κατάφερε αφτό που μάταια επιδίωκε απτό 1931: ν’ αφαιρέσει απτό κουκουέδικο την πολιτική πρωτοβουλία; Και πότε το ΚΚΕ ύστερα απτό 1931 είδε τέτοια ηθική κατάπτωση και ρύπανση σαν το σκυλοκαυγά Κολιγιάνη – Παρτσαλίδη και Σία που μαλοπιάστηκαν ποιος θα καταλάβει το ραδιοσταθμό και ποιος θ’ αρπάξει το ταμείο του κόμματος (Το προηγούμενό τους είναι στα 1956 υπό την εβλογία των Κούσινεν – Ντεζ κάναν διάρηξη στο σπίτι μου εν απουσία μου, με λήστεψαν και κατάκλεψαν κυριολεχτικά και είχαν το θράσος να με κατηγορήσουν (ύστερα κατάπιαν τη γλώσα τους) ότι ο γραματέας του κόμματος που διέφθυνε και το σταθμό κρατούσε στο γραφείο όπου δούλεβε, και που το φύλαγε ανοιχτά η ρουμανική κρατική ασφάλεια χαρτιά του κόματος.) Κάθαρση της κόπρου του Αβγείου μέχρι τον πάτο. Κανείς συμβιβασμός αρχών (μου μυρίζεται ότι του Κολιγιάνη του κάνετε χατήρια, δηλ. πολιτικά-κομματικά δεν το ξετινάζετε ως την άκρη). Καμιά επανάναψη και αφτοϊκανοποίηση απαφτές που διαφαίνονται στο Λουλέ. Ο Λουλές σύντροφος τίμιος, πιστός και αδέκαστος ας μη φανταστεί ότι στα 70 χρόνια του έγινε μεγαλοφυΐα και ότι ώστα τόρα το κίνημα τον υποτιμούσε και μονάχα τόρα θ’ ανθίσει. Εγώ, το ξαναλέω, τόνε σέβουμαι και τον εχτιμώ όμως η θέση του στην καθοδήγηση (άξιος δεν έχω (δυσανάγνωστη λέξη) λέξη) είναι κυρίως να βοηθήσει τους πιο νέους συντρόφους. H ηγεσία χρειάζεται δοκιμασμένους αγωνιστές όμως με πολιτικό θάρος, πρωτοβουλία αποφασιστικότητα που να μπορούν να κρατάν σφικτά το σημερινό σφιγμό της ζωής και πάλης του κόματος και του κινήματος, όλης της ζωής στην Ελλάδα με όλο «το πλέγμα των περιπλεγμένων περιπλοκών» και εξελίξεων μα και να μπορούν να βλέπουν μπροστά «διά της τεθλασμένης». Γερά, φρέσκα, δοκιμασμένα κουκουέδικα μυαλά ικανά να δουν τη ρίζα της αρώστιας και τα γιατρικά, τα μέσα της θεραπείας. Πετάχτε μακριά «εις τον κάλαθον των αχρήστων» όλη την παλιά σαβούρα, όποια και αν είνε, μην κρατάτε δεμένα στα πόδια βλαβερά κι ασήκωτα βάρη. Το συνέδριο που ετοιμάζεται πρέπει να δει την κομματική αλήθεια. Και ν’ αποδώσει λενινιστικά τα του καίσαρος τω καίσαρι και τα του θεού τω θεώ. Εγώ προσωπικά, το ξαναλέω, όχι μονάχα δε ζητώ μα και δε θα δεχτώ όπως (δυσανάγνωστη λέξη) καμιά δικαίωση. Φτάνει. Ο παθός-μαθός. Ένα μόνο πράμα όχι μονάχα δε μπορείτε να μου το αρνηθείτε μα και το απαιτώ: τη διαγραφή μου απτό ΚΚΕ πρέπει να την ακυρώστε ανοιχτά, αντρίκια, δίκαια. Το απαιτώ όχι σαν υποχώρηση, για χατήρι. Ποτέ στη ζωή μου δε ζήτησα χατήρια, από κανέναν, μα γιατί είναι αγωνιστική κατάχτησή μου δικαίωμά μου απαραβίαστο.
Θέλω να σταθώ παρακάτω σε μια σειρά άλλα ζητήματα. Μην περιμένετε (δυσανάγνωστη λέξη) και τάξη. Πρόκειται για γνώμες προσωπικές που πολλές μπορεί νάνε λαθεμένες. Πρέπει όμως να πω.
—Για το Ζάχο. Ρώτησα το Λουλέ και από ένα μικρό δισταγμό του μου πέρασε η ιδέα ότι μπορεί νάνε κάτω. Αν δεν είναι μην τον στέλνετε. Κάτω έκανε μαζί με το Γούσια και γύρισε πίσω. Κάτω πρέπει να στέλνετε, αν αφτό είναι δυνατό, τουλάχιστο για τα θεμέλια, μονάχα απόλυτα σίγουρους. Γράφω απόλυτα αν και ξαίρω ότι τέτοιο πράγμα δεν υπάρχει.
—Σε σχέση με Φίλμπι και τούτο (τόπα στο Λουλέ). Οι εγγλέζοι μετά 30 χρόνια δημοσιεύουν χαρτιά και ντοκουμέντα απόκρυφα. Βέβαια για τη δουλιά τους, λ.χ., στα ΚΚ ποτέ δε θα δημοσιέψουν τίποτα. Όμως: μια εξονυχιστική μελέτη αφτών που δημοσιέβουν: πραχτικά συνεδριάσεων, αποφάσεις υπουργικών συμβουλίων κ.λ.π. κ.τ.ρ. που αφορούν Μεσόγειο, Ελλάδα, Βαλκάνια, μπορούμε να βγάλουμε (δυσανάγνωστη λέξη) λ.χ. για Λίβανο, Γκαζέρτα, κίνημα Μ. Ανατολής και άλλα πολλά. Αφτά για όταν θάχετε τέτιο καιρό.
—Και πάλι για προσωπολατρεία (δε μπορούν όλα με τη σειρά νάρχονται στο μυαλό μου και σαν το δικό μου τώρα) και την ανωμαλία: χιλιάδες καλά παιδιά, μαχητές, στελέχη του ΔΣΕ χάλασαν, μας χάλασαν τα χρόνια αφτά. Αν κάποτε δώσει ο Θεός και ξεδιαλύνετε ώστον πάτο τα αίσχη της Τασκέντ (όχι μονάχα της γνωστής προβοκάτσιας) θα φρίξετε ότι μπόρεσαν να γίνονται τέτια πράματα. Απτίς σακατεμένες αφτές ψυχές, δηλ. τους μαχητές και στελέχη του ΔΣΕ και του ΚΚΕ κάντε όσα μπορείτε για να σώστε όσους είναι δυνατό. Αφτή η ζημιά είναι αδύνατο να μετρηθεί. Μπορείτε ν’ απαντείστε στο ερώτημα: γιατί αφτό έγινε δυνατό;
—Κάποτε θα πρέπει να ζητείστε, —ακόμα και με απόφαση συνεδρίου— όλα τα χαρτιά της ΚΔ, της Τσεκά του ΚΠCC, του ΚΓΜπε (κρατική ασφάλεια) που αφορούν το ΚΚΕ και το κίνημα, τους αγωνιστές μας που χάθηκαν εδώ στη Σιβηρία (σαν τον Κλειδωνάρη, Φλαράκο, Χαϊντά κ.ά. πολούς). Αφτή είναι ιερή υποχρέωσή μας. Το 1947 εγώ ζωντανούς βρήκα μονάχα δυο: το Χαλκογιάνη και το Δημητρίου. Αφτός ο τελευταίος σπασμένος κυριολεχτικά με την πρώτη εφκαιρία λιποτάχτησε απτό Γράμο και μετά μας έκανε αρκετή ζημιά.  Να ζητείστε και ολόκληρο το φάκελο Ζαχ. και κυρίως τα χαρτιά μου που κατά καιρούς κατάσχεσαν τα όργανα ασφαλείας, αντίγραφα απόλα τα γράμματα που έστειλα στην Τσεκά KΠCC. Ανάμεσα στ’ άλλα πρέπει να βρείτε και καλιτεχνήματα και τ’ αραβουργήματα που σκάρωσαν οι Παρτσαλίδης, Βαφειάδης σε Ζ. ενάντια που είχαν σαν αποτέλεσμα να γίνει επιτροπή απτούς Μόλοτοφ – Μαλενκόφ – Μικογιάν – Σούσλοφ και… άλλον έναν, τον ξεχνώ που με δίκασαν! Αν, όταν ανύποπτος άκουσα που μου διάβασαν το γράμμα του Βαφειάδη τάχανα έστω και λίγο θα μου τόπερναν το κεφάλι. Τότε αμέσως έγραψα στο Στάλιν και ζήτησα να φύγω απτό πόστο μου. Είπε όχι. Αφτοί, τέτιοι είναι οι Παρτσαλίδης και Βαφειάδης που δεν τόλμησαν να βάλουν το ζήτημα στο κόμα και μετά κατακεράβνωναν την προσωπολατρεία του Ζαχ. Την προδοσία την αγαπούν τους προδότες όμως όχι. Την αντιπροσωπολατρεία την κάναμε φλάμπουρο, πήγαμε όμως να σπάσουμε τα καρύδια και βγάλαμε τα μάτια. Απτά πιο πάνω βγαίνει και τούτο: ζήτησα επέμβαση του Στάλιν. Και απτόν Μπρέζνιεφ ζήτησα να βάλει τέλος στο τσαλάκωμα του ΚΚΕ. Ώστε κατ ’ αρχήν δεν είμε κατά των «επεμβάσεων». Όμως άλλα τα μάτια του λαγού και άλλα της κουκουβάγιας. Ο Λουλές, σχετικά, σύγκρινε δυο ασύγκριτα πράματα: Έκκληση Κ.Δ. 1931 και επέμβαση Κούσινεν – Ντεζ στα 1956. Ασύγκριτα γιατί η Κ.Δ. ανοιχτά, με πολιτική πράξη έσωζε το ΚΚΕ απτό χάος ενώ οι Χρουστσώφ – Κούσινεν – Ντεζ τόριξαν το ΚΚΕ στο χάος, δηλ. μπορούμε να πούμε ότι χάλασαν το έργο της Κ.Δ. Σχετικά θέλω να πω ότι δεν είδα ούτε διάβασα και μάλιστα δεν ξαίρω και αν υπάρχει δημοσιευμένο χαρτί είτε ντοκουμέντο της επιτροπής Κούσινεν – Ντεζ. Ο Λουλές έκανε και άλλη μια ιστορική ανακρίβεια: μου είπε ότι η Κ.Δ. με διόρισε. Κάνει λάθος. Τότε, στα 1931 κατεβήκαμε απτή Μόσχα δυο: Ο Κωνσταντινίδης (Γλάφκος ή Ασημίδης) και γω. Τότε συγκροτούνταν και η καινούργια καθοδήγηση. Μαζεύτηκαν οι Σκλάβαινας, Μιχαηλίδης και δε θυμάμαι ποιοι ακόμα και συζήτησαν ποιον απτούς δυο να πάρουν στο Π.Γ. Με πρόταση του Σκλάβαινα που με ήξαιρε (ήξαιρε και τον Ασημίδη) πήραν εμένα. Έτσι άρχισαν τα βάσανά μου. Τουλάχιστο τα χρόνια εκείνα δουλέψαμε καλά, σκυλίσια. Απόλη μου την ψυχή σας έφχομαι και πάλι την ίδια επιτυχία. Μου φαίνεται ότι ανάμεσά τους τότε ήταν και οι Πετρής και Στρίγκος. Ρωτείστε τους. Όμως (για το Λουλέ) η αλήθεια είναι αφτή. H Κ.Δ. με έστειλε κάτω, όμως ούτε καν με σύστησε. Το κρίμα ανήκει στο Σκλάβαινα. Μπορεί να βοήθησε και η Χρύσα. Δε θυμάμαι. Εδώ που τα λέμε, ή μάλλον που τα ξαναλέμε — αφτό πρέπει νάνε και σ ένα γραφτό μου που πήραν από μένα εδώ οι Ζήσης – Υφαντής κ.λ.— ο Ζαχαρ. δεν έκανε για γραμ. είτε Γεν. Γραμ. του ΚΚΕ. Δεν είνε τέτιο το σκαρί του, το χούι του. Αφτό δε σημαίνει ότι ήμουνα κακός κομμουνιστής. Μα για το πόστο αφτό πρέπει νάσαι πιο διπλομάτης (με την καλή, τη σωστή έννια) για να μην πω πιο πονηρός, πιο εβλύγιστος, πιο κομματικά εφπροσάρμοστος. Εγώ δε μπορούσα να μην τα λέω ορθά κοφτά και προς τα πάνω και προς τα κάτω (ούτε στο Στάλιν δίστασα να πω αφτό που σκέφτομαι) πολές φορές απότομα ακόμα και σκαιά όμως πάντα καθαρά, ανοιχτά. Ποτέ μου δεν καλόπιανα κανέναν ούτε τον δούλεβα. Ούτε στην 7η Ολομέλεια έκανα και την παραμικρή προσπάθεια να προσελκύσω κανέναν. Ρωτείστε, λ.χ. τον Μπαρτζώτα, δεν τούπα ούτε μια λέξη. Δεν είνε αφτό στο χαραχτήρα. Μιλούσα εκεί μονάχα με τον Πορφυρογένη γιατί ερχότανε στο δωμάτιό μου. Αφτό όμως δε σημαίνει ότι τις γνώμες μου δεν τις λέω έτσι όπως τις πιστέβω. Ελπίζω ότι και το γράμμα μου αφτό θα σας ξαναπείσει γι’ αφτό. Όμως στην 7η Ολομέλεια δε μ ’ άφησαν να πω αφτό που είθελα και όσο ήθελα. Και εκεί ο Κολιγιάνης που με κατακεράβνωσε με τους κονδυλοφόρους μου, με φοβότανε γιατί ένιωθε πως η σανίδα που πατούσε ήταν σάπια, παρά το ότι μάζεψαν εκεί όλους τους μαγκουροφόρους απτό Τασκέντ. Ένα τέτιο πράμα: να μη δώσω το λόγο να πει όσα θέλει, —εγώ δε ζήτησα και πολύ ώρα— σε άνθρωπο που καθοδηγούσε το κόμα δεκάδες χρόνια, εγώ δε μπορούσα να το κάνω. Στο θέμα αφτό ήμουνα πιο δημοκρατικός απότι καμιά φορά και χρειαζόταν. Ο Λουλές μου θύμισε ότι σε μια ολομέλεια ή συνεδρίαση της ΚΕ έδιωξα αφτόν της Πολωνίας που κάτω τάκανε στα βρακιά του. Φυσικά αφτό δεν ήταν σωστό. Και κανείς δεν είπε εκεί τίποτε. Όμως εδώ δεν πρόκειται για δημοκρατικότητα. Επρόκειτο για ένα ηθικό ερείπιο που στο θέμα αφτό αναγνώρισε ότι χέστηκε, και δεν είχε νόημα, έτσι πίστεβα εγώ, να ανεχόμαστε τις αναθυμιάσεις του. Αν ψάξει ο Λουλές τέτιες αμαρτίες μου θα βρει πολές για να μην πω άπειρες. Γι ’ αφτό και λέω για Γεν. Γραμ. εγώ δεν έκανα. Απτήν άλλη μεριά δεν υπήρχε σχέδιο απόφασης είτε άρθρο γραμής που τόγραφα εγώ και δεν περνούσαν έγκαιρα και προκαταρχτικά απόλα τα μέλη (τα παρόντα βέβαια στην έδρα μας) της καθοδήγησης. Οι άλλοι αφτό δεν τόκαναν πάντα, ούτε εγώ το ζητούσα αφτό. Απεδώ πολές φορές είχαμε και συγκρούσεις αν σε τέτιες δημοσιέφσεις φύτρωναν φασόλια. Εγώ εδώ δεν απολογούμε, ούτε, ξαίρω, εσάς σας χρειάζεται τέτοιο (δυσανάγνωστη λέξη). Τα γράφω έτσι για να ξεσκάσω και ίσως κανενός του χρειαστούν αν καμιά φορά δημοσιεφτούν. Να σας πω και τούτο: όταν χώρισα με τη Μάνια το ζήτημα τόβαλα στο τσεχοσλοβάκικο κόμα και ο Γκότβαλντ που την ήξαιρε καλά και προσωπικά (δυσανάγνωστη λέξη). Όταν παντρέφτηκα για δεύτερη φορά πάλι τόβαλα το ζήτημα στην καθοδήγηση του κόματος αφτή τη φορά… Και όλοι συμφώνησαν μ’ επικεφαλής το Βαφειάδη. Τέτιο πράμα κανένας άλλος δεν τόκανε γιατί δεν υπήρχε τέτια υποχρέωση (ο ρωμιός τη γυναίκα του τη διαλέγει μόνος του!) όμως εγώ δεν μπορουσα να μην το κανω αφτο.
—Για το σταλινισμό του Ζαχ. Καταλαβαίνω τόρα ότι το παράκανα. Όχι όμως από δουλοπρέπεια. Όταν πρωτόγραψα για το σταλινισμό είμουνα στην Κέρκυρα και δεν ήξαιρα αν θα βγω ζωντανός. Το Λένιν ζωντανό δεν τον είδα. Στο λείψανό του στην κηδεία το 1924 στάθηκα Φρουρά μαζί με το Ναζίμ Χικμέτ και άλλα τουρκάκια. Τον Στάλιν τον έζησα από κοντά. Κι όταν πέθανε έκλαψα τη νύχτα στο κρεβάτι, πρώτη φορά στη ζωή μου σαν άντρας (δυσανάγνωστη λέξη) είταν δίπλα ούτε πήρα χαμπάρι. Δεν έκλαψα ούτε όταν έμαθα για τη μάνα μου, παρά το ότι άλλον άνθρωπο στη ζωή μου δεν αγάπησα ποτέ τόσο, ποτέ και καλύτερο (για τη μάνα αν με πάρει η ώρα θα γράψω παρακάτω). Τότε έκλαψα χωρίς να το πάρω χαμπάρι κύλισαν τα δάκρυα πολλά. Όχι γιατί στη ζωή μου δεν υπήρξαν εφκαιρίες να κλάψω, (σαν, όπως είπα, για τη μάνα μου) μα στις περιπτώσεις αφτές, πώς να το πω, σα να κυλούσαν μέσα μου. Ώστε με το Στάλιν μπορεί να το παράκανα. Όμως ο Στάλιν είταν Στάλιν και όποιος πήγε να τον βρωμίσει έδειξε μονάχα τη μικρότητά του. Σαν τον σαλτιμπάκο το Χρουστσώφ, που το ελάχιστο πούχε να κάνει είταν να δημοσιέψει τα επίσημα γραφτά όταν έλεγε ότι ο Στάλιν άδικα και παράνομα καταδίκασε τους στρατηγούς, ότι είναι ανακατεμένος στη δολοφονία του Κύρωφ. Όχι ότι με τους στρατηγούς δεν έγιναν εκτροπές και μάλιστα μέγιστες. Όμως τα πραχτικά της δίκης τους υπάρχουν. Γιατί δεν τα δημοσίεψε. Αν για λόγους εθνικής ασφάλειας, τότε αφτό μονάχα ξεσκεπάζει το Χρουστσώφ και δικαιώνει το Στάλιν. Για τον Κύρωφ, φυσικά, είναι τρίχες. Τότε πέσαν πολλοί ισόβαθμοι του Κύρωφ, λ.χ. οι Πόστισεφ, Κοσιόρ κ.ά. Γιατί για τον Κύρωφ χρειάστηκε τέτια σκηνοθεσία. Όμως ο Χρουστσώφ τότε υποσχέθηκε, πολύ πριν πέσει, ότι θα δημοσιέψει τα στοιχεία των καταγγελιών του μα δεν έκανε τίποτα. Σχετικά με όσα έγραψε και είπε ο Χρ. για την πολεμική συμβολή του Στάλιν τον αποδοκίμασαν και τον πήραν και στο ψιλό όλοι οι πολέμαρχοι του 1941-1945 και μαζί τους και ο Ζούκωφ παρά το ότι ο Στάλιν τον χτύπησε και τον παραμέρισε. Την ιστορική σημασία, συμβολή και ρόλο του Στάλιν στο ΚΚΣΕ, ΕΣΣΔ, ΚΔ κανείς δεν μπορεί να σβύσει. Εγώ εδώ και όταν δούλεβα και μετά δεν αντάμωσα άνθρωπο απτά πιο κάτω ώστα πιο πάνω που να βρίζει είτε αποδοκιμάζει το Στάλιν, που να συμφωνάει με το Χρ. — Οι κομμουνιστές στην Ελλάδα πρέπει στα σοβαρά να ξεκαθαρίσουν τη θέση στο ζήτημα του διεθνισμού-φιλοσοβιετισμού-αντισοβιετισμού και σοβιετοκαπηλείας που είναι μια μορφή (δυσανάγνωστη λέξη) αντισοβιετισμού. Αρχισοβιετοκάπηλος σε μας ήταν ο Παρτσαλίδης και τον είδαμε που κατέληξε. Ένα είδος σοβιετοκαπηλεία καλιεργούσε και ο Γεωργίου – Ντεζ που τόση ζημιά έκανε στο ΚΚΕ. Εγώ είμαι φίλος της Σοβ. Ένωσης πραγματικός 100 % και τα χρόνια που έζησα εδώ μου επέτρεψαν να γνωρίσω το σοβιετικό και κυρίως το ρούσικο λαό στα κατάβαθα σε όλα τα θετικά και αρνητικά και γι’ αφτό ακριβώς να τον αγαπήσω ακόμα πιο πολύ. Το 1940-41 ο ελληνικός λαός πρόσφερε με την αντίστασή του κατά της Ιταλίας πρώτα μα και κατά του Χίτλερ ανεχτίμητη υπηρεσία στη Σοβ. Ένωση γιατί ανάγκασε τη φασιστική Γερμανία ν ’ αναβάλει τουλάχιστο για έξι βδομάδες την επίθεσή της κατά της ΕΣΣΔ. Κι αφτό το αναγνώριζαν επίσημες, έγκυρες σοβιετικές ιστορικές εκδόσεις. Αφτός είναι ενεργός, θετικός, καρποφόρος φιλοσοβιετισμός που δεν έχει καμιά σχέση με τη σοβιετοκαπηλεία. Όταν στα 1955 είπα ανοιχτά στα γραφεία της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ ότι οι σοβιετικοί προτιμούν αφτούς που τους κολακεύουν υποκριτικά απαφτούς που τους αγαπούν μα τους λένε και τα λάθη τους αφτό δεν τους άρεσε και αποτέλεσε —παρασκηνιακά— έναν απτούς λόγους που ο Ζαχ. έπεσε σε δυσμένεια. Ο λαός μας είναι λαός θεριεμένος. Το κουκουέδικο είναι κίνημα όχι μονάχα εργατικό μα και βαθιά λαϊκό, με βαθιές ρίζες, με καθαρό, γερό, ρωμέικο φιλότιμο και εθνική αξιοπρέπεια και αν αγαπάμε τη Σοβ. Ένωση και τη Ρωσία είναι γιατί βρισκότανε πάντα μαζί, στο πλεβρό μας, μας βοηθούσε και ξαίραμε και το λέμε ανοιχτά ότι τα πραγματικά εθνικά, λαϊκά μας συμφέροντα συμπίπτουν με τα συμφέροντα του σοβιετικού λαού. Για νάμαστε φίλοι της ΕΣΣΔ όχι στα λόγια πρέπει πρώτ’ απόλα νάμαστε ριζωμένοι στο λαό γιατί μονάχα έτσι ο φιλοσοβιετισμός μας θ’ αποτελεί υλική δύναμη ικανή να βοηθήσει τη Σοβ. Ένωση στην πράξη όπως τ’ απόδειξε περίτρανα η εθνική μας αντίσταση (και σαν επέχταση της αντίστασής μας κατά του Μουσολίνι και Χίτλερ) που δεν επέτρεψε στους εισβολείς όχι μόνο να μη μπορέσουν να στείλουν ούτε ένα Έλληνα στρατιώτη ενάντια στη Σοβ. Ένωση μα ν’ αποτύχουν και στην προσπάθεια να κάνουν επιστράτεψη εργατικής δύναμης για τη χιτλερική Γερμανία. Είμαστε φίλοι ισότιμοι και περήφανοι και όχι δουλοπρεπείς και σοβιετοκάπηλοι. Αφτό ας μείνει ότι στους σοβιετικούς φίλους πρέπει ανοιχτά να τους λέμε τη γνώμη μας και για τις αδυναμίες και τα λάθη τους. Ένα παράδειγμα: αν τα ΚΚ έγκαιρα και ειλικρινά λέγανε στο ΚΚΣΕ επί Χρουστσώφ τη γνώμη τους για τους χρουστσωφικούς αμφίβολους και βλαβερούς ακροβατισμούς και πειραματισμούς θα βοηθούσαν σημαντικά όχι μονάχα την ΕΣΣΔ και το ΚΚΣΕ μα και τον ίδιο τον εαυτό τους, το παγκόσμιο κομμουνιστικό προοδευτικό κίνημα που ο τυχοδιωχτισμός του Χρουστσώφ τόσο το έβλαψε. Αφτά τα γράφω γιατί απτόν ειλικρινή φιλοσοβιετικό ενθουσιασμό του Κώστα σα να έβγαινε ότι ο λαός μας αγαπά το κουκουέδικο γιατί αφτό είναι σοβιετόφιλο. Τέτια αντίληψη είναι λαθεμένη γιατί τρέφει τον αντισοβιετισμό αποξενώνοντάς μας απτά στρώματα εκείνα που είναι ακόμα καθυστερημένα —και η μάζα αφτή είναι πολύ μεγάλη—, και πέφτουν στα δίχτια της αντίδρασης που μας προβάλει σαν «όργανα των Σοβιέτ». Οι πλατιές μάζες μάς ακολουθούν και μας υποστηρίζουν γιατί βλέπουν σε μας τους πραγματικούς και συνεπείς υπερασπιστές των λαϊκών και εθνικών συμφερόντων — πλαταίνοντας αφτή μας τη βάση εβρύνουμε εμείς και το πεδίο ανάπτυξης της φιλίας προς τη Σοβ. Ένωση που τρέφεται παράλληλα και απτούς πατροπαράδοτους, βαθιά ριζωμένους στο λαό, δεσμούς της χώρας μας με τη Ρωσία. Οι σοβιετικοί φίλοι μας θα πρέπει να μας ακούν και όταν τους λέμε όχι πάντα εφχάριστες αλήθειες. Φιλία σημαίνει αληλοσεβασμό και αμοιβαιότητα και όχι ραγιαδισμό και δουλοπρέπεια. Αφτό ο λαός θα το αισθανθεί και αφτό θα ζημιώσει και μας και την EΣΣΔ.
—Για την Κύπρο. Τα πράγματα δείχνουν ότι η πολιτική του KKE στο ζήτημα αφτό ήταν σωστή και όλα τα κακά εδώ προέρχονται από τις υποχωρήσεις που έκαναν στη Γενέβη) και το Λονδίνο ο Μακάριος και το ΑΚΕΛ. Το Γρίβα τον καλοακούγαμε και μεις ενώ τον ξαίραμε και από τη X. Τόρα ξαναδείχνει ανοιχτά το πραγματικό του πρόσωπο. Το KΚΣE δε μας έδινε πιο σωστή συμβολή για το κυπριακό.
—Το ίδιο και πιο έντονα φανερώθηκε και στην προβολή του συνθήματος της ουδετερότητας που έτσι καθυστερήθηκε χρόνια πολά και ύστερα απτό 1956 μονάχα τόρα (στηρίζουμε σε δημοσίεψη της «Πράβντα») μπαίνει σωστά και θαραλέα. Όταν στα 1952 βάλαμε το ζήτημα της ουδετερότητας ο Σούσλωφ μας είπε να διαβάσουμε τι λέει ο Λένιν για το ζήτημα της ουδετερότητας. Απλούστατα έγινε σύγχιση και επέχταση αφτών που λέει ο Λένιν για την ουδετερότητα στα κοματικά ζητήματα με την ουδετερότητα σαν κρατική πολιτική. Στην περίοδο που περνάμε το πρόβλημα της ουδετερότητας έχει για μας πρωταρχική, εθνική πολιτική σημασία. Θάταν λάθος αν ξεχνούσαμε ότι εμείς είμαστε όχι μονάχα βαλκανική μα και εξίσου μεσογειακή. Αφτό από αιώνες αποτελεί και τη «μοίρα» μας την «κατάρα» μας. Λάθος είναι ακόμα αν μπερδέψουμε τη δυνατή θεωρητική, προγραμματική τοποθέτηση με μια πολιτική πλατιά ενιαιομετωπική, κρατική. Εδώ χρειάζεται μια ζωντανή, εβλύγιστη, πλατιά μαρξιστική-λενινιστική στο βαθύ περιεχόμενο και στη μακρινή προοπτική της πολιτική.
—Κίνα. Ο Μάο μας κάνει την πιο μεγάλη ζημιά που θα μπορέσει κανένας να φανταστεί. Για τη Σοβιετική Ένωση σαν κράτος και για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα στο σύνολό του το κινεζικό είναι σήμερα το πρόβλημα υπ ’ αριθμό 1, όχι γιατί ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός έπαψε νάνε ο κύριος πολιτικός στρατηγικός αντίπαλος μα γιατί οι EΠΑ αφού απότυχαν στην κατά μέτωπο αντιπαράθεση με τον εσωτερικό αναβρασμό, τον κλονισμό του δολαρίου, τις κεντρόφυγες δυνάμεις σ’ όλους τους στρατηγικοπολιτικούς συνασπισμούς (Νάτο, Σέντο, Σεάτο κλπ.) την αποτυχία του Βιετνάμ και σ’ όλη την Ινδοκίνα, την κρίση ουότεργκέιτ, σαν (δυσανάγνωστη, μισοσβησμένη από τον ίδιο λέξη) της βαθιάς εσωτερικής κρίσης κ.τ.λ. πάνε διαμέσου της Κίνας να πετύχουν αντιστάθμισμα. Έτσι ο κινέζικος παράγοντας, που ξετυλίγεται ενάντιά μας, πρέπει να επιφέρει κάποια πιο επιφυλαχτική διατύπωση στη διαπίστωση ότι ο συσχετισμός των αντίπαλων δυνάμεων σε διεθνή κλίμακα αλλάζει συνεχώς προς ώφελός μας. Πρέπει ακόμα νάμαστε πιο προσεχτικοί στην από μέρους μας γνώμη ότι οι ΕΠΑ πάνε, σάπισαν. Αφτό είναι λάθος.
—H Κούβα με την επανάσταση και τη νίκη του Κάστρο μας δίνει ένα πολύ βαθύ, δημιουργικό δίδαγμα. Μια ομάδα αγωνιστών, έξω απτό επίσημο ΚΚ και χωρίς τη συνεργασία του σηκώνει επανάσταση και νικάει. Μα αφτό δείχνει όχι άρνηση μα θρίαμβο του μαρξισμού-λενινισμού σα δημιουργικής θεωρίας και όχι σαν απονεκρωμένου δόγματος. Δείχνει τον απέραντο, ατέλειωτο διαλεχτικό πλούτο των επαναστατικών δυνατοτήτων που μας προσφέρει η ζωή, η πραγματικότητα. Εκεί όμως που πέτυχε ο Κάστρο απότυχε ο Τσε Γκεβάρα γιατί έξω απτήν πραγματικότητα πήγε να κάνει νεκρή αντιγραφή. Δεν πρέπει να κατηγορούμε το παλιό κόμα μας στην Κούβα, πρέπει όμως να δούμε την αποτυχία και το λάθος του. Δεν είδε δυνατά την κατάσταση, δεν μέτρησε, δεν κανόνισε όπως έπρεπε την απόσταση. Αν αποτύχαινε θα το λέγαμε τον Κάστρο τυχοδιώκτη, όπως τον είπαμε όταν απότυχε την πρώτη φορά στα 1953. H ζωή όμως τον έβγαλε παλικάρι κι έβγαλε σκάρτο δογματισμό και σεχταρισμό. H διαλεχτική δεν αναγνωρίζει καλούπια και είναι απέραντα πλούσια, ποικιλόμορφη γιατί ακριβώς εκφράζει τη ζωή. Σε πολλές αποτυχίες και μάλιστα θεμελιακές μας έριξε ο δογματισμός και η αποστέωση και στην πολιτική μα και στη θεωρία και επιστήμη. Και για μας αφτό πρέπει νάνε προειδοποίηση και μάθημα: ο κομμουνιστής πρέπει νάνε σε θέση πάντα να κρατά το χέρι στο σφυγμό της ζωής και να ξαίρει προς τα πού προχωρεί η ζωή αφτή. Μέχρι σήμερα εγώ δεν αντάμωσα εξαντλητικό ούτε έστω) ικανοποιητικό θεωρητικό φώτισμα της πείρας της κουβιανής επαναστατικής, μαρξιστικής-λενινιστικής ιδιομορφίας.
—Άκουσα τη γνώμη για τα ΚΚ Γαλίας και Ιταλίας: «δε μ’ αρέσουν». Λάθος. Το γεγονός ότι υπάρχει σήμερα γερή ΕΣΣΔ και σοσιαλιστικό στρατόπεδο καθορίζει ανάμεσα στ ’ άλλα και τούτο: Αφτό που στον καιρό της σοσιαλδημοκρατίας και του ρεβιζιονισμού είταν οπορτουνιστικό γιατί τελικά πήγαινε προς όφελος της κεφαλαιοκρατίας σήμερα μπορεί νάνε επαναστατικό γιατί υπάρχει ΕΣΣΔ και τελικά πάει προς όφελος της επανάστασης. Εκείνο που κρίνει σήμερα είναι τούτο: ωφελεί για βλάφτει το κίνημα, αντισοβιετικό (στην ένοια αντισοβιετισμός = η (δυσανάγνωστη λέξη) και πιο καθαρή εκδήλωση της αντεπανάστασης) για όχι. Σοσιαλιστές υπουργοί στα 1910 ήταν οπουρτουνισμός 100%. Συμμετοχή σήμερα κομμουνιστών στην κυβέρνηση, λ.χ., στη Γαλία θάνε επαναστατική πράξη που αν ακόμα υποτεθεί ότι θα δώσει λίγα εσωτερικά, μα θα σκουντήσει το παγκόσμιο συσχετισμό «λίγο» προς τ’ αριστερά, δηλ. προς ώφελος της παγκόσμιας κομμουνιστικής, σοσιαλιστικής, προοδευτικής, σοβιετικής πολιτικής. Και μένα δε μ ’ αρέσουν πολλά στα ΚΚ Γαλίας και Ιταλίας. Όπως δε μ’ αρέσουν «πολλά» και στο ΚΚΣΕ. Όμως το κύριο και βασικό είναι αλλού. Τα ΚΚ Γαλίας και Ιταλίας παλέβουν δύσκολα και επίμονα και για κάθε εκατοστόμετρο στον αγωνιστικό στίβο και βασικά και κύρια κάνουν πολύ ωφέλιμο έργο. Το ΚΚΣΕ είταν και παραμένει ο πρωτοστάτης στο διεθνή στίβο, αφτό είνε αναμφισβήτητο και αφτό το πίστεβα και όταν ο Χρουστσώφ εισήγαγε τους αμφίβολους εκείνους νεολογισμούς που ισοπέδωνε πολιτικά όλα τα ΚΚ. Απαράδεχτη ισοτιμία. Το ΚΚΣΕ είταν και παραμένει μπροστάρης. Αφτό όχι μόνο δε σημαίνει να του τα συγχωρούμε όλα. Αντίθετα αφτό μας υποχρεώνει να βλέπουμε τις αδυναμίες και τα λάθη του και να του λέμε σταράτα, χωρίς φόβο και πάθος. Και αφτού έγκειται ο πραγματικός προλεταριακός διεθνισμός. Αφτό δε σημαίνει ακόμα ότι το ΚΚΣΕ μπορεί να σηκώνει το σπαθί του και να διαλύει το ΚΚΕ, ν’ αποκλείει για το κόμα την πολιτική της ουδετερότητας, να κάνει αφτό που θέλει και όπως θέλει χωρίς να λογαριάζει κανένα. Το κάθε κόμα αφτό πρωτ’ απόλα είνε υπέφθυνο για το κίνημα στη χώρα του. Εδώ πρέπει να σας πω κάτι που μπορεί να σας χρειαστεί Το 1931 το κόμα βρισκόταν, σχετικά πάντα, όχι και σε πολύ διαφορετική κατάσταση απότι είνε τόρα. Στα 1935 ο Μανουίλσκι δήλωσε ανοιχτά στην Κ.Δ. κατάχτησε την ηγεμονία του κινήματός μας στα Βαλκάνια. Αφτό εγώ δεν τάκουσα γιατί δεν ήμουνα εκεί, μου τόπαν όμως οι δικοί μας, που είταν παρόντες, όταν γύρισαν. Γιατί τόπε τότε αφτό ο Μανουίλσκι και μάλιστα σε σχέση και με τα κόμματα που είχαν ηγέτες σαν το Ντιμιτρόφ; (παρένθεση: στο βουλγάρικο κόμα τότε το Ντιμιτρόφ τον υποτιμούσαν. Ενοώ όχι το λαό, μα υπήρχε κάτι τέτοιο στ’ ανώτατα στελέχη του. ‘Έχω άμεση αντίληψη. Πήρα μέρος σε μια συνεδρίαση της καθοδήγησης του ΚΚ Βουλγαρίας όπου αφτό μούκανε εντύπωση και με ανάγκασε να επέμβω και να τους πω και για το πόσο τιμάμε το Ντιμιτρόφ στην Ελλάδα και σαν κόμα μα και σαν πλατιές λαϊκές μάζες). Γιατί, λοιπόν τόπε εκείνο ο Μανουίλσκι; Ώστε το 1935 το κόμα είχε (δυσανάγνωστη λέξη). Μερικά παραδείγματα: φτιάξαμε οργανώσεις, καταχτήσαμε την ηγεσία και ξαπλώναμε σταθερά το απεργιακό και το μαζικό κίνημα, σηκώσαμε το «Ρίζο» που ψυχομαχούσε και τον κάναμε μαζική εφημερίδα, αφτή ήταν πολύ σοβαρή επιτυχία. Οι Πετρής και Στρίγκος μπορούν να σας πουν πώς κερδίσαμε τη μάχη του «Ρίζου». Κάναμε δυο γερά παράνομα κοματικά συνέδρια. Τσακίσαμε οργανωτικά, πολιτικά, ιδεολογικά τον αρχειομαρξισμό που τότε φραξιονιστές τον θεωρούσαν αγιάτρεφτο βραχνά και τον τρέμαν. Ξεδιπλώσαμε πλατιά τη λαϊκομετωπική πολιτική και δουλιά. Μα το «μυστικό» του προσδιορισμού του Μανουίλσκι βρίσκεται αλλού. Τότε το κόμα μας με δική του πρωτοβουλία χωρίς προκαταρκτικά να βάλει το ζήτημα στην Κ.Δ. πήρε δυο σοβαρές αποφάσεις: διόρθωσε τη γραμμή του στο εθνικό και πήρε απόφαση να διαλύσει τις οργανώσεις του στο χωριό και να δουλέψει να γίνει τότε ΕΑΚ, το ενιαίο αγροτικό κόμα. Αν προκαταρχτικά τα βάζαμε τα ζητήματα αφτά στην Κ.Δ. θα τα χάναμε και θα μας ξούριζαν. Όταν στην ΚΔ τα μάθανε όλα αφτά έφριξαν κυριολεχτικά. Ενοώ το απαράτ της ΚΔ και κυρίως του βαλκανικού γραφείου. Όμως το ζήτημα ήταν σοβαρό και συζητήθηκε στις κορφές, όπως λέμε σήμερα. Και ο Στάλιν, όπως μούλεγαν μετά, μας δικαίωσε, μας υποστήριξε και ο Ντιμιτρόφ και ο Μανουΐλσκι, δηλ. τελικά όλη η Κ.Δ. Αφτό σήκωσε τις αξίες μας: η ριψοκίνδυνη μα δικαιολογημένη πολιτικά πρωτοβουλία. H ζωή μετά μας δικαίωσε και ο Μανουΐλσκι αφτό ακριβώς έκφρασε. (Το πιο σοβαρό, βέβαια, τότε βήμα μας είταν η προγραμματική τοποθέτησή μας: 6η Ολομέλεια του 1934 που την ιστορία της οι διορισμένοι τη μπαστάρδεψαν. Δεν κάνω τον άγιο μα υπάρχουν και πραχτικά της Κ.Δ.). Γιατί τα λέω αυτά; (Αφτά πριν τούτη την παρένθεση). Γιατί ο Κώστας με (δυσανάγνωστη λέξη) αγανάκτηση είπε και τούτο: ξέχασαν να μιλάν (οι διορισμένοι και Σία) για τη διχτατορία του προλεταριάτου! Παρατηρώ σχετικά τούτο: Ο Λένιν στα 1917 ξέφυγε απτήν (δυσανάγνωστη λέξη) διατύπωση της θέσης για τη διχτατορία του προλεταριάτου. Και μεις με το ΕΑΚ ουσιαστικά κάναμε κάτι ανάλογο… Ο μαρξισμός δεν είναι δόγμα μα καθοδήγηση για δράση. Κανενός δε θα του κατέβει σήμερα να ξαναπροβάλει τους 21 όρους του Λένιν για την είσοδο στην Κ.Δ. Και όχι μόνο γιατί σήμερα δεν υπάρχει Κ.Δ. που κι αφτό είναι πολύ χαραχτηριστικό. Οι όροι του Λένιν τότε είταν σωστοί κι έτσι μπήκαν στην ιστορία. Σήμερα ο Λένιν δε θα πρόβαλε παρόμοιους όρους. Και για να κλείσω το κεφάλαιο αφτό σε κάποιο άλλο, όμως (δυσανάγνωστη λέξη) μια και μιλήσαμε για την Κ.Δ.: ο προλεταριακός διεθνισμός είναι ακαταμάχητο όπλο μας, η Κ.Δ. έκανε λάθος όταν μας ανάγκασε να δεχτούμε υπέρ του ΚΚ Βουλγαρίας το σύνθημα της ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας και Θράκης που τόσες ζημιές μας έκανε και μας κάνει όχι μονάχα απτά όξω μα και απτά μέσα (τούπα του Λουλέ). Όπως ήταν λάθος και όχι διεθνισμός ότι οι Βούλγαροι σύντροφοι μας ζητούσαν ανθρώπους να τους στείλουν για δουλιά τους στην Ελλάδα. Ξέρετε και σεις τις συνέπειες.
—Ξεκαθάρισμα θέλει και το ζήτημα της κολεχτιβιστικής καθοδήγησης που ο Λουλές το ξανατόνιζε αδιάκοπα και μάλιστα είπε ότι σ’ αφτό ο Κολιγιάννης πήγαινε σωστά (του ζητώ συγνώμη αν κατάλαβα λαθεμένα). Είναι λάθος και ιστορική διαστρέβλωση ότι πριν το 1956 δεν υπήρχε κολεχτιβιστική καθοδήγηση και κυριαρχούσε απόλυτα ο ζαχαριαδικός ετσιθελισμός. H αλήθεια είναι τούτη: ό λ ε ς οι αποφάσεις του κόματος περνόντουσαν ομαδικά, συζητιόντουσαν και απτούς Κολιγιάνη, Λουλέ, Φλωράκη, Στρίγκο κ.λ. Για τους «χτυπηθέντες» και αποκατασταθέντες και ξανά «χτυπηθέντες» μιλά ο Κώστας μόνος του. Όμως η αρχή της ομαδικής (κολεχτιβιστικής) καθοδήγησης υπόκειται στον κίνδυνο αντιλενινιστικής ερμηνείας. Ομαδική καθοδήγηση δε σημαίνει, ούτε μπορεί να σημαίνει πνεβματική ισοπέδωση γιατί στη φύση τέτιο πράμα δεν υπάρχει. Ώστε; Το θέλουμε είτε όχι απόλα τα μυαλά κι απόλους τους χαρακτήρες κάποιος θα ξεχωρίσει γιατί ανάμεσα στους ίσους η ζωή, η όρεξη τον προωθούν σαν πρώτο. Όλος ο κόμπος έγκειται σε τούτο: πώς θα δεχτεί την προώθηση αφτή ο ίσος και πώς θα την αξιοποιήσουν οι στενοί, οι άμεσοι συνεργάτες του που συγκροτούν την καθοδήγηση. Εδώ νικά το μυαλό, ο χαρακτήρας, η ακεραιότητα και εντιμότητα, το γνώθι σ’ αφτόν και στην πρώτη γραμή η σεμνότητα η κομματική και αγωνιστική μετριοφροσύνη και για μας το ρωμεικο φιλότιμο και μπέσα. Ο καθοδηγητής που έχει τα κότσια και τα ασκεί κοματικά δεν έχει ανάγκη από καμιά ρεκλάμα (αφτή μονάχα ζημιά του κάνει) γιατί η ζωή, τα έργα πρέπει να μιλάν μόνα τους. Εδώ δεν έχει καμιά πέραση και καμιά έμπραχτη αξία να χτυπάς το στήθος σου και να φωνάζεις: τόσα χρόνια έχω στο κόμα, τόσα χρόνια έκανα φυλακή. Αφτά πιο πολύ σε υποχρεώνουν, χωρίς να σου δίνουν δικαιώματα. Όσο κόβει το μυαλό σου και όσο σηκώνουν τα φτερά τους. Τόρα που τα γράφω αφτά είναι 30 του Ιούλη, ώστε αφτά που θα πω παρακάτω θα πρέπει κάπως να τα συσχετίσετε με την ημερομηνία αφτή. Θα σταθώ, θα μιλήσω για τη σεμνότητα και τη μετριοφροσύνη σε σχέση με το Ζαχ., θα πω πράγματα που κανένας είτε λίγοι τα ξέρουν και μην τα πάρτε σαν έλειψη μετριοφροσύνης, δηλ. δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν τηρούσες. Ποτέ δεν χρησιμοποίησα τον τίτλο του Γεν. Γραμ. (ενοώ στα γραφτά μου) μ’ εξαίρεση, αν δεν κάνω λάθος το Γράμμα του Οχτώβρη 1940. Ακόμα και στη Γκεστάπο της Βιέννης όπου αναλάβαινα τις πολιτικές μου εφθύνες και στον τίτλο του Γ.Γ. πρόσθετα και: μέλος της ΕΕ (Σημ. Π.Α.: Εκτελεστικής Επιτροπής) της ΚΔ που ποτέ δεν χρησιμοποίησα, ποτέ στο «Ρίζο» δε γράφτηκε, που και σεις, ασφαλώς, δεν το ξέρετε, ούτε ο Λουλές. Στη δεξίωση που έγινε ύστερα απτό XIX συνέδριο του ΚΚΣΕ ο Στάλιν έκανε πρόποση για ορισμένους απτούς καθοδηγητές των ΚΚ και προς κατάπληξή μου έκανε πρόποση και για μένα. Εγώ ούτε άκουσα και η Φουρτσεβα που καθόταν απέναντι μούκανε νοήματα. H εθιμοτυπία (που εγώ ούτε χαμπάρι είχα) απαιτούσε να σηκωθώ με το κύπελο να πάω προς το Στάλιν και να τσουγκρίσω μαζί του. Εγώ δεν τόκανα γιατί δεν το θεωρούσα σωστό, σεμνό (ο Μπαρτζώτας είταν εκεί μα καθότανε σε άλλο τραπέζι). Όταν ο Στάλιν με έφερε με το προσωπικό του αεροπλάνο στον Καύκασο στη λίμνη Ρίτσα όπου αναπαυότανε θέλησε και φωτογραφηθήκαμε οι δυο μας στο κότερο που κάναμε βόλτα στη λίμνη. Τη φωτογραφία αφτή δεν τη ζήτησα και δεν την πήρα γιατί δεν το θεωρούσα σεμνό, άνκαι άλλοι, και πολύ σωστά, θα την έπαιρναν τη φωτογραφία, θα την έδειχναν είτε και θα τη δημοσίεβαν. Εγώ ένα τέτιο πράμα οργανικά δε μπορούσα να το κάνω. Παρόμοιες περιπτώσεις θα μπορούσα ν’ αναφέρω κι άλες. H αγωνιστική σεμνότητα και μετριοφροσύνη πρέπει νάνε μέσα στο αίμα μας. Ο Ζαχ. όπως τον ξέρετε, που δεν σήκωνε τρίχα στο σπαθί του όταν επρόκειτο για πολιτικά-κοματικά προβλήματα, όταν τον κριτικάριζαν είχε τούτο το λογισμό: αν στα λέω σωστά άκουσέ τα, αν στα λέω όχι σωστά, άδικα μην τα λογαριάζεις. Όταν ο Μαυρομάτης με ονόμασε προβοκάτορα στην «7η Ολομέλεια» δε μ’ έθιξε, ούτε μπορούσε να με θίξει προσωπικά. Το θυμάμαι γιατί για μένα σημασία είχε άλλο: μούδειξε τον «άνθρωπο», τη μικρότητά του και τη δειλία του που και τώρα ακόμα (μέλος του ΠΓ!) δεν έχει τον αντρισμό να το δει. Στην Κέρκυρα μια νύχτα άνοιξε το παραθυράκι της πόρτας του κελιού μου ο Δημάκης της φρουράς του Θήτα, υπαρχιφύλακας. Μεθυσμένος μούπε μια κουβέντα που μ’ έθιγε (όχι πολιτικά). Κανένας δεν άκουσε τίποτε. Τι έπρεπε να κάνει ένας λογικός άνθρωπος; Να δώσει τόπο στην οργή. Εγώ έκανα άλλο. Όταν την άλλη μέρα μ’ έβγαλαν για τα 2-5 λεπτά που αδιάζαμε τα καθίκια μας τον είδα στην καλυβόπορτα του αβλόγυρου του Θήτα απτήν έξω μεριά πήγα και τούπα: χτες μούπες μια κουβέντα που ένας άντρας ούτε τη λέει ούτε την ακούει. Μα εσύ είσαι παλιάνθρωπος. Μ’ έβγαλε αμέσως στον αρχιφύλακα, αφτός χωρίς να μ’ ακουσει μ’ έκλεισε τσίτσιδο στο μπουντρούμι 9, το χειρότερο, που ήταν γεμάτο σκατά, γιατί όσοι περνούσαν απαφτό εκεί και ξαλάφρωναν (ποτέ δεν το καθάριζαν, μου πέρασαν τον κρίκο στο πόδι για να μη μπορώ να πλησιάσω την πόρτα και όπου 20 μέρες (ανώτατο όριο) σου δίνουν κάθε δυο μέρες μισή μερίδα ψωμί και κάθε πρωί και βράδι ερχόταν ο Μούντας (κατάδικος υπηρεσία στο Θήτα) και σούδινε να πιεις νερό με τον τενεκέ από κονσέρβα. Το βράδι της πρώτης μέρας είρθαν οι Δημάκης και Βελιανίτης με τους βούρδουλες και με χτυπούσαν ώσπου κουράστηκαν χωρίς ν’ ακούσουν τη φωνή μου. Ο κρίκος τους επέτρεπε να στέκουν σε «σεβαστή» απόσταση. Τα σημάδια τάχω ακόμα. Μετά δυο μέρες είρθε ο διεφθυντής των φυλακών Κέρκυρας και με ρώτησε τι έγινε; Του απάντησα: αφτό που έγινε είναι σφραγισμένο με τις βουρδουλιές και θα το ξεσφραγίσω όταν το αποφασίσω εγώ. Αν είσουνα άνθρωπος θαρχόσουνε να με ρωτήσεις την πρώτη μέρα, την πρώτη ώρα. Ο Κωνσταντινίδης αφτός, διπλωματούχος επιστήμονας νομικός, όταν τον πρωτοφέρανε, είρθε άνοιξε το παραθυράκι με κύταξε και με ρώτησε: ακόμα δεν τρελάθηκες; Του απάντησα: πρώτα θα τρελάνω όλους εσάς και μετά θάρθει η σειρά μου. Στο Θήτα ο διεφθυντής δεν είχε αρμοδιότητα γιατί αφτού ντερβέναγας είταν ο Βασιλάτος (αρχιφύλακας) άνθρωπος του Μεταξά, απτίς ομάδες που συγκέντρωσαν στις παραμονές της 4 Αβγούστου και σταλμένος στο Θήτα ειδικά απτό Μανιαδάκη που τούδινε κάθε μέρα τηλεφωνικά αναφορά. Γιατί τα γράφω αφτά; Έτσι, να τα μάθαιτε: ο Λουλές μούπε ότι αφτό που αποφάσισα να κάνω δείχνει δειλία. Θαβμάζω την παλικαριά του! Δειλός δεν είμουνα ποτέ, λ.χ., ούτε στην Κέρκυρα (το Βασιλάτο μετά το τιθάσεψα και τον ανάγκασα να με σέβεται και να μη με νεβριάζει) ούτε στην ασφάλεια, όπου τον Παξινό, τον Χαραλαμπίδη, Αγγελόπουλο και Τσέκο μα και το Μανιαδάκη τους υποχρέωσα και αφτούς να με σέβονται αν και ξαίραν, γιατί πιάνανε τα σημειώματά μου (όπως και στην Κέρκυρα ο Βασιλάτος από κατάδοση του Μανωλέα: αφτόν μας τον φέραν στην Κέρκυρα όντας πια πουλημένο και για μας δουλέψει). Όταν με πήγαν στο Μανιαδάκη είταν κιαφτός εκεί. Ζήτησα αμέσως να φύγει και τον απομάκρυναν. Ο Μανιαδ. μούπε: γιατί του φέρνεσαι έτσι. Του απάντησα — με σας κουβεντιάζω σα με αντίπαλο. Αφτός όμως είναι προδότης ότι τους περιφρονώ και τους κοροιδέβω. Ούτε στην Γκεστάπο στη Βιένη. Ούτε στο Νταχάου, όπου, ένα παράδειγμα, κάτω απτή μύτη του Ες-Ες γλύτωσα δυο εβραίους φαντάρους απτή Θεσ/νίκη. Μέσα σε δυο δευτερόλεφτα, χωρίς σκέψη και δισταγμό, από εβραίους τους έκανα Έλληνες (άλλαξα τα ονόματα και την εθνικότητά τους). Αν ο Ες-Ες έπαιρνε χαμπάρι, είτε οι γερμανοί κρατούμενοι γραφιάδες θα μου τόπερναν το κεφάλι. Και πολιτικά ποτέ δεν έδειξα δειλία μπροστά σε κανένα. Λέγοντάς με δειλό ο Λουλές ήθελε να με «φιλοτιμήσει». Εγώ ξαίρω και καταλαβαίνω ότι αφτό που αποφάσισα να κάνω δεν είναι σωστό μα, όπως γράφω, ζητώντας συγνώμη απτούς κουκουέδες, και τα παιδιά μου Όλγα και Σηφάκο «άλλη διέξοδο δε μου άφησαν». Αφτό θα το κάνω εγώ και την εφθύνη την πέρνω ακέραια πάνω. Ο Λουλές, όμως, θα πρέπει να δει και τούτη την άποψη: μη το επιχείρημα (;!) «φοβόμαστε ότι θα μας κάνεις ζημιά» καταδικάζει τον άλλο σε θάνατο. Απτήν πλευρά αφτή πρόκειται όχι για αφτοχτονία μα για καταδίκη σε θάνατο και εχτέλεση. Μονάχα γιατί «φοβόμαστε ότι θα μας κάνεις ζημιά». Όταν έφευγε ο Κώστας είπε τούτο: «Δεν πιστεύω ότι θα το κάνεις». Του έφχομαι να μην ξανακάνει τέτιο λάθος. Δείχνει αφτό και τούτο: «Ο Λουλές δε με γνώρισε καλά και δε με κατάλαβε ποτέ». Θα σας διηγηθώ κάτι ανάλογο: Δυο ή τρεις φορές, μια φορά το χρόνο, η μάνα μου ξεκινόντας απτή Θεσ/νίκη και περνόντας στην Αθήνα απτό καθαρτήριο του Μανιαδάκη όπου τη «διάβαζαν» ερχότανε στην Κέρκυρα να με δει. Σε μια φορά μούπε κλαίγοντας ότι ο Μανιαδάκης της είπε: «Ας πει μονάχα ότι δε θα ξαναανακατεφτεί στην πολιτική και θα τον βγάλω». Επεμβαίνει ο Βασιλάτος: «Μα τόσο πορωμένος είσαι ώστε ν’ αναγκάζεις τη γρηά γυναίκα να παθαίνεται». Τούπα: «η πόρωση είναι ακέραια δική σας και δείχνει τον αγριανθρωπισμό σας». Σκέφτηκα όμως να τους αφοπλίσω πέρα για πέρα και λέω στη μόνα μου: «Καλά θα κάνω δήλωση. Να ξαίρετε όμως ότι την αλλη μέρα που θα βγω θα τινάξω τα μυαλά μου στον αέρα» (Αφτά και τα παρακάτω είνε επιλέξει). H μητέρα σηκώθηκε, μ’ αγκάλιασε και μου λέει: «Όχι, παιδί μου, μην κάνεις τίποτε». H μάνα ήξαιρε το παιδί της. Μα και γω ήξαιρα τη μάνα. Αν στο Λουλέ, ο δογματιστής νικήσει τον άνθρωπο τότε θα φωνάξει με φρίκη: Ο Ζαχαριάδης σκέφτηκε να κάνει δήλωση, του πέρασε απ’ το μυαλό τέτια βουλή! Για τη μητέρα μου θα μπορούσα και θάπρεπε να γράψω πολλά, τουλάχιστον για την Όλγα και το Σηφάκο που δεν τη γνώρισαν. Όμως δε με πέρνουν τα τέρμινα. Στη ζωή της εγώ είμουνα το μεγάλο της βάσανο… Όμως π ο τ έ δε μου παραπονέθηκε (όπως ούτε ο πατέρας και τ’ αδέρφια μου) γιατί με καταλάβαινε πέρα για πέρα.
Δε με χάιδεβε ποτέ και μια φορά μονάχα με φίλησε στο στόμα (είνε το μοναδικό φιλί που θυμάμαι στη ζωή μου) στα 1916 στο Σιρκιτζή της Πόλης όταν μ’ έστειλε 12 χρονώ παιδί στα δεκατρία να πάω στην Αδριανούπολη στον πατέρα μου, που δούλεβε τότε εκεί, σε καιρό πολέμου, ταξείδι μακρινό και δίσκολο, μέσα σε άγνωστους ανθρώπους συνταξειδιώτες τούρκους και δεν ήξαιρε αν θα φτάσω (ίσως απαφτό το Σηφάκο τον έμαθα από 6-7 χρονών να ταξειδέβει μόνος του απτό Μποροβιτσί στη Μόσχα, στον αδελφό του). Όξω απτά πρώτα χρόνια που άρχισα να δουλέβω και της τάδινα όλα τα λεφτά, ποτέ ή σχεδόν ποτέ (45-46) δεν είδε από μένα καλό και μ’ έβλεπε μονάχα είτε στις φυλακές, είτε σπάνια στην παρανομία όταν πήγαινα καμιά (φορά) στη Θεσ/νίκη, στα πεταχτά, είτε ακόμα πιο αραιά σε καμιά λούφα μου. Πρέπει εδω να πω και τούτο: γιατί πρέπει να το ξαίρετε. Ο Κολιγιάνης και η παρέα του που καλομέτρησαν όλα τα στυλό μου αρνήθηκαν να μου δώσουν τη δυνατότητα να βοηθήσω απτή Σοβ. Ένωση τη μητέρα. Όταν έπιασα δουλιά στο Μποροβιτσί έγραψα στην Τσεκά ΚΠCC να μου επιτρέψουν να στέλνω κάθε μήνα ένα ποσό σε συνάλαγμα. Αφτό μπορούσε να το κάνει και η Τσεκά. Δεν τόκανε και μου απάντησαν ότι τους συμβούλεψαν (οι διορισμένοι, ποιος άλλος;) να με πουν ν’ αποτανθώ στη σφηκοφωλιά της Τασκέντ που διαθέτει τέτια κοντύλια. Θέλαν, έτσι, να με αναγκάσουν έμεσα ν’ αναγνωρίσω το εκεί καθεστώς. Δε μπόρεσα να το κάνω αφτό ούτε για το χατήρι της μάνας. Δεν είχε τα μέσα κι έτρεχε απτή μια κόρη της στην άλλη και στον άλλο γιο της για να τα βολέψει. Μια μέρα την πάτησε ένα φορτηγό και δεν τη σκότωσε επιτόπου μα βασανίστηκε σακατεμένη ακόμα δυό βδομάδες. Από τότε που τόμαθα με βασανίζει η σκέψη ότι έκανα λάθος που δεν προσκύνησα στην περίπτωση αφτή. Οι αντάξιοι των διορισμένων αγριάνθρωποι της Αθήνας την ανάγκασαν, τα πονηρά εκείνα χρόνια, να με αποκηρύξει για να σώσει το άλλο της παιδί. Ήξαιρε ότι θα την καταλάβω.
—Περνώ σ’ ένα πολύ σοβαρό, κατά τη γνώμη μου ζήτημα: Τραβάτε για συνέδριο. Θα σας πω αφτό που σκέφτομαι: Ο Κολιγιάνης το προκήρυξε όχι από δύναμη μα από αδυναμία. Πρώτον γιατί καταλάβαινε ότι το «8ο» ήταν νόθο και δεύτερο γιατί ήθελε ν’ αναβαφτιστεί, να στερεώσει τα πόδια του. Προβάλει μια αντινομία: διαλύει τις οργανώσεις, — όπως μούπε ο Λουλές,— και οργανώνει συνέδριο(;!). Σας άφισε βαριά κληρονομιά με το συνέδριο αφτό και σας. Θάπρεπε να το αναβάλετε. Κατά κανόνα τέτια πράματα δεν γίνονται ανοιχτά ενοώ: παράνομο συνέδριο. H ανοιχτή προκήρυξή του αποτελεί και ανοιχτή πρόκληση προς τον αντίπαλο. Και πρέπει νάσαι πολύ δυνατός για να μη γίνει η πρόκληση αφτή τυχοδιωχτισμός. Όσο ξαίρω η προετοιμασία του βαστά κιόλας τουλάχιστο τρία χρόνια και αφτό δείχνει κιόλας ανωμαλία. Κυτάχτε μη γίνει σαν το Τσου Εν Λάι που έκανε στους αμερικανούς 600 ή 700 «αποφασιστικές προειδοποιήσεις». Υπάρχει και τούτο: απτή πρώτη στιγμή που ΚΥΠ-ασφάλεια και λοιποί άκουσαν, έμαθαν ή μυρίστηκαν ότι προετοιμάζεται συνέδριο, ασφαλώς οργάνωσαν αντισυνεδριακό κέντρο-εγκέφαλο. Ξαίροντας ότι ένα τόσο ρωμαλέο κίνημα δε μπορούν να τιθασέψουν μονάχα με χτυπήματα και συλλήψεις πήραν και άλλα μέτρα. Και ασφαλώς διάλεξαν κιόλας 10, 20, είτε (δυσανάγνωστη λέξη) «καλούς» νέους εργάτες, φοιτητές που τους στέλνουν να μπουν είτε και να φτιάξουν οργανώσεις «μας» και να προωθηθούν έτσι και προς το συνέδριο και χρησιμοποιούν εδώ και τη μεγάλη δίψα για στρατολογία μια και στο κέντρο του «κομματικού ζητήματος» στέκει η οργανωτική ανασύνταξη του ΚΚΕ στην Ελλάδα. Δε θέλω να καλιεργήσω φοβία και πεσιμισμό. Όμως το πρόβλημα είνε πολύ σοβαρό. Εγώ δεν ξαίρω τι γίνεται, και τι κάνετε, πώς προχωράτε. Αν είστε δυνατοί, αισθάνεστε τα κότσια σας γερά τραβάτε μπροστά. Όμως τα μάτια σας δεκατέσσερα, μη βιάζεστε για να μη σκοντάψετε. Δεν ξαίρω τι σας συμβούλεψαν σχετικά οι σοβιετικοί μα ξαίρω ότι θα σας βοηθήσουν όσο μπορούν. Όμως το μη βιάζεστε περιέχει και τούτο: πόσο ακόμα μπορεί να βαστάξει η προετοιμασία; Ζυγίστε άλλη μια φορά. Στις τόσες ανωμαλίες μην προσθέστε και άλλη. Αν τα κουκιά δείχνουν ότι τα τέρμινα δε μας πέρνουν πέστε ανοιχτά-θαραλέα. Evoώ τούτο δω: αν η σύγκλησή του δεν εξασφαλίζεται με τις ελάχιστες απαραίτητες κομματικές εγγυήσεις η αναβολή του θα δείξει όχι υποχώρηση μα ωριμότητα. Στην κατάσταση που βρίσκομαι οι «συμβουλές» μου αφτές μπορεί να σας φανούν αστείες. Και σα συνέχει: ο Λουλές μου είπε μα δε μας ξαίρεις, δε μας εμπιστέβεσαι. Το οτι σας γράφω τόσα και όπως τα γράφω το θέμα αφτό το εξαντλεί ανεπιφύλαχτα. Τόρα προσωπικά. Για το Λουλέ ξεκαθαρίζεται η γνώμη μου μέσα απόλο το γραφτό. Προσθέτω και τούτο: όλα όσα έγραψα βιαστικά, αξαναδιάβαστα, με πολλά λάθη και ίσως και ασυναρτησίες θάταν πιο σουλουπωμένα αν τα συζητούσαμε με τον Κώστα πιο άνετα. Του ζήτησα να μείνει μαζί μου ακόμα μια μέρα. Βιάζονταν και μούπε ότι τον περιμένουν κάπου. «Δεν ξαίρεις ότι παντού ζητάν απαραίτητα το Χαρίλαο ή εμένα». Δεν έχω παράπονο για το ότι δεν έμεινε. Όμως η τέτια επιχειρηματολογία δε μ’ άρεσε. Ξαναλέω: Ο Κώστας είναι καλός, τίμιος, πιστός. Πρέπει όμως να ξαίρει το μέτρο των δυνατοτήτων του. Αφτό που είπε και όπως το είπε δείχνει κυοφόρηση… Θάταν κρίμα αν έπερναν αέρα τα μυαλά του. Το Χαρίλαο τον Ξαίρω, όσο μπορώ να τον ξαίρω (από πιο κοντά τον είδα μονάχα όταν στη Σχολή μέναμε μαζί) σαν άξιο κουκουέ, με στέρεο κοματικό έρμα, δοκιμασμένο, με κατάρηση και μυαλό που θα του επιτρέψουν, αφτό το πιστέβω, να τα βγάλει πέρα. Και του Πλάτανου τούχω εμπιστοσύνη και πιστέβω ότι θα τραβήξει μπροστά στέρεα, κουκουέδικα. Δεν ξαίρω, μα πιστέβω ότι είνε στην καθοδήγηση.
Eδώ τελειώνω (θα προσθέσω στερνόγραφο). Σας άνοιξα, όσο είταν μπορετό την καρδιά μου και σας ζάλισα με την πολυλογία και τις ασυναρτησίες μου. Μη ξεχνάτε όμως ότι το μήνυμα αφτό είναι απτήν άλλη μεριά σχεδόν.
Γειά χαρά
NIKΟΣ
Στερνόγραφο: Θα σας δημιούργησε ασφαλώς ερωτήματα το ότι δε μιλώ καθόλου για τον άλλο μου το γυιο, τον Πάβλο. Όταν θα πάτε να πάρτε τα χαρτιά που κρατούσε αφτός, —αν τάχει,— ακόμα ρωτείστε τον να σας απαντήσει Απάντηση μπορεί να βρεθεί και μέσα στα χαρτιά μου που είναι σκορπισμένα σε αρκετές γωνιές στη Σοβ. Ένωση, αν κάποτε μαζεφτούν. Απάντηση όχι σαν (δυσανάγνωστη λέξη) γνώμη μου μα σαν συμπέρασμα από διάφορα κείμενα. Κάτι θα μπορούσαν να πουν και ορισμένοι κουκουέδες της Τασκέντ. Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή!
—        Με το Λουλέ και το Σεμενκόφ ζητήσαμε να μεταφράσουμε τη λέξη ομπίντα (Σημ. Π.Α.: με ρωσικούς χαρακτήρες η λέξη). Ο Κώστας πρότεινε: πίκρα. Πιο δυνατό είναι κακοκάρδιασμα. Μια απτίς πιο βαθιές ομπίντα που μου προξένησαν οι σοβιετικοί είναι ότι στα 1962 όταν με στέλνουν εδώ στο Σουργκούτ με χώρισαν διά της βίας απτό Σιφάκο, που όλα τα χρόνια που είμασταν μαζί μου ήταν στέρεο ηθικό στήριγμα. Δικαιολογήθηκαν ότι αφτή είταν η γνώμη της μητέρας του.
—Για το Σεμενκόφ (Σημ. Π.Α.: παντού το όνομα με ρωσικούς χαρακτήρες) και τούτο: είπε ότι έμαθε από αρμόδιους συντρόφους (ενοούσε τα σοβιετικά αρμόδια όργανα) ότι ο Βαβούδης πέθανε παληκαρίσια. H εκδοχή της ασφάλειας της Αθήνας είταν ότι όταν με το ελικόπτερο ανακάλυψαν το καταφύγιό του στο σπίτι του Καλούμενου, στου Χαροκόπου θέλησε να αφτοκτονήσει στον κρυψώνα του, τον πήραν βαριά τραβματισμένο στο νοσοκομείο στη Ν. Ιωνία και κει πέθανε. Για τον καθένα που ξαίρει ότι κοντά στο Χαροκόπου, στην Καλιθέα και ανάμεσα στο Χαροκόπου και την Ιωνία υπάρχουν δεκάδες νοσοκομεία κ.λπ. και ότι η ασφάλεια έπρεπε με όλα τα μέσα να προσπαθήσει να τον έχει ζωντανό η εξήγηση Χαροκόπου-Ν. Ιωνία είναι απαράδεχτη. Το Βαβούδη τον είχε ο Πλουμπίδης, τον είχε παραδώσει από καιρό και η ασφάλεια τον κρατούσε με τον ασύρματό του και μας δούλεβε. Και ο Μάθεσης -ήταν στέλεχος της ΓΠΥ (Σημ. Π.Α.: Γκεπεού, σοβιετική Ασφάλεια) και εντολοδόχος της στην Ελλάδα. Δεν πιστέβω ο Σεμενκόφ να πιστέβει ότι και αυτός έζησε και ζει(;) ηρωικά. Εδώ στη Σοβ. Ένωση ο Μάθεσης εξόντωσε διά της ΓΠΥ όπου δούλεβε πολά στελέχη μας.
—Να φυλάγεστε από τέτοιους αποκαταστημένους σαν το Νεφελούδη. H γνώμη μου είναι ότι ο Εφραιμίδης δεν είναι καθαρός. Γενικά στη δουλιά κάτω να μη στέλνετε κανέναν απτούς παλιούς και (δυσανάγνωστες τρεις λέξεις). Τον πρώτο καιρό τουλάχιστον.
—Και το τελεφταίο πάλι για τη μητέρα μου. Ένα επεισόδιο. Όταν απτή Κέρκυρα με μετάφεραν στην ασφάλεια της Αθήνας (1940-41) η μητέρα μου ζούσε σ’ ένα δωμάτιο στην Αθήνα, κάπου στο τέρμα Ιπποκράτους κι έρχονταν και μ’ έβλεπε. Όταν δημοσιέφτηκε το γράμμα μου, ο γυιος της νοικοκυράς, νέος κάπου κοντά στα είκοσι, που ήξαιρε το όνομα και διάβασε στο Βήμα το γράμα με την υπογραφή μου κάτι συνδύασε στο μυαλό του και τη ρώτησε αν έχει σχέση μ’ αυτόν που υπογράφει στο Βήμα. H μητέρα μου που δεν είχε διαβάσει ακόμα τίποτε, τον ρώτησε: τι δήλωσε έκανε. Ο νέος που δεν έμαθα ποτέ ποιος είνε ή και αν μου είπε η μητέρα μου εγώ ξέχασα τόνομά του, φαίνεται ότι κάτι καταλάβαινε και της απάντησε: όχι δεν είναι δήλωση είνε κάτι πιο σοβαρό και της εξήγησε. H μάνα μου χαρούμενη ήλθε στην ασφάλεια, και ο (Σημ. Π.Α.: διαγραμμένες οι δυο τελευταίες λέξεις, μετά η λέξη «λάθος») τότε o Παξινός με το τμήμα του είχαν πιάσει την Εμπορική Σχολή, γιατί ήταν ταφτοχρόνως και διεφθυντής του τμήματος αλλοδαπών που με τον πόλεμο κατάλαβε τη Σχολή αφτή (πάντως δε θυμάμαι καλά, μα πάλι νομίζω) ότι με κρατούσαν ακόμα στη Γεν. Ασφάλεια, πάροδος Πατησίων, το δρόμο, πολύ γνωστό, δεν το θυμάμαι τόρα) να με δει. Όπως συνήθως με ανέβασαν στο γραφείο του Χαραλαμπίδη και η πρώτη ερώτησή της είταν: θα σε αφίσουν τόρα (δυσανάγνωστη λέξη). Απάντησα: «Τόρα θα με χώσουν πιο μέσα». Αφτό γινότανε, θυμήθηκα, στη Γεν. ασφάλεια. Ύστερα από μερικές μέρες που άρχισε ο πόλεμος ο Παξινός κατάλαβε την Εμπορική Σχολή, εξόπλισε βιαστικά στο υπόγειο ένα κελί και με κουβάλησε αφτού. Άλλα κελιά εκεί δεν υπήρχαν, τουλάχιστο στα υπόγεια. Απεκεί με παράδωσαν στους γκεσταπίτες… στο φάκελο υπάρχει 1 χαρτί με κάτι ση μειώσεις μου παλιές για το Βοντίσιο (Γούσια). 31-VII-73. Το γραφτό είνε έτοιμο κανένας όμως δεν είρθε να το πάρει, όπως είπε ο Λουλές. Ξαναπιάσαν έξω το πόστο τους οι φύλακες άγγελοί μου και ο προβολέας πάλι φωτίζει τις αμαρτίες μου. Το διάστημα που ήταν ο Λουλές εδώ τους είχαν σηκώσει. Τι δείχνει αφτό; Ότι καταλαβαίνουν και οι ίδιοι πως δεν είνε εν τάξει! Όχι; Επισυνάπτω πλήρες κείμενο γράματος 26.VI.73. 1 Αβγούστου 1973 — ώρα Αθήνας 00.01 ‘. Βγαίνει ότι ο Λουλές τόχασε το στοίχημα. Εγώ, μούλεγε, «πιστέβω ότι δε θα το κάνεις»! Για τον αγωνιστή είναι πιο σωστό να μαθαίνει κι αφτό που δεν ξαίρει παρά να λέει: ξαίρω-ξαίρω! Χαλάλι σας.
N. Ζαχαριάδης
(*) Σημείωση Ε.Α.: Ο Ν.Ζ. εννοεί το άρθρο-«αγιογραφία» που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη την Κυριακή 5/1/1936
Έχει τίτλο «Αυτός μας οδηγεί» και το υπογράφει ο Στέλιος Σκλάβαινας
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου