Ήταν αναμενόμενο ότι θα χάναμε από τη στιγμή που το παιχνίδι απέκτησε πολιτικές διαστάσεις. Δεν τα έχουμε ρε παιδί μου αυτά τα παιχνίδια. Ποιος μπορεί να ξεχάσει εκείνο το 1-4 με την Τουρκία ανήμερα της επετείου της Ελληνικής Επανάστασης;
Και είναι λογικό. Ως οπαδοί είμαστε γκρινιάρηδες όσο δεν πάει. Βρίζουμε τον Σαμαρά, τον Γκέκα, τον Καραγκούνη, τον Κατσουράνη και φυσικά τον άσχετο Σάντος όμως ξαφνικά τους φορτώνουμε και το βάρος της εκπροσώπησης ενός έθνους.
Αλήθεια τι θα κερδίζαμε ως έθνος ή ως λαός με μια νίκη; Προφανώς λίγες στιγμές χαράς, μια ικανοποίηση ότι ταπεινώσαμε τους εκμεταλλευτές μας, λίγες ωραίες ατάκες που θα αφορούσαν την Μέρκελ και μετά τέλος. Μέσα τα κεφάλια και σκασμός!
Άλλωστε ζητάμε από τους ποδοσφαιριστές της Εθνικής να καλύψουν το έλλειμμα αξιοπρέπειας των πολιτικών μας, τους οποίους οι ίδιοι ως λαός ψηφίσαμε.
Σαν να λέμε «παίξτε για μας, γιατί εμείς είμαστε εντελώς μαλάκες»
Όμως όπως και να ‘χει δεν έπρεπε να πολιτικοποιηθεί ο αγώνας αυτός.
Δεν ήταν στο συμφέρον μας.
Αν ήταν αγώνας μπάσκετ κι εγώ μαζί, να το κάναμε μέγα πολιτικό ζήτημα, να τους ρίχναμε και μια 20αριά πόντους στο κεφάλι και να καλούσαμε και την Μέρκελ να έρθει να μας δει. Αλλά όχι στο ποδόσφαιρο.
Η όλη κατάσταση μπέρδευε και τους παίκτες. Δεν ήξεραν αν έπρεπε να δεχθούν τις προσταγές της Γερμανίας ή αν έπρεπε να κάνουν ό,τι χρειάζεται για να παραμείνουν στο euro
Κι αυτοί οι Γερμανοί, αδίστακτοι. Μας δάνειζαν την μπάλα και μετά την έπαιρναν πίσω με επαχθείς όρους.
Αυτά ήταν βέβαια τα αναμενόμενα προβλήματα μιας συγκυβέρνησης. Συνέκλιναν όλοι προς τα δεξιά και έμενε μονίμως ακάλυπτη η αριστερή πλευρά της άμυνας.
Η αλήθεια είναι ότι οι παίκτες μας συμπεριφέρονταν με τρόπο ανάλογο με την πολιτική συμπεριφορά των κομμάτων και του λαού. Ο Σηφάκης για παράδειγμα έκανε την έξοδο του Σαββατοκύριακου σαν αυτούς που προτίμησαν να πάνε για μπάνιο αντί να ψηφίσουν.
Ο Κατσουράνης ήταν σαν τον Καρατζαφέρη, εξαφανισμένος. Ο Αριστερός εξτρέμ Σαμαράς προσπαθούσε να απαγκιστρωθεί από τα μαρκαρίσματα αλλά έπεφτε σε γερμανικούς τοίχους, ο Παπασταθόπουλος, ως άλλος Πάνος Καμμένος, διαμαρτυρόταν συνέχεια στους διαιτητές, ενώ ο Μάκος όπως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δυο-τρεις καλές ενέργειες αλλά δεν κατάφερε να απειλήσει τους αντιπάλους. Ο δε Λυμπερόπουλος ήταν σαν το ΠΑΣΟΚ. Κανείς δεν κατάλαβε γιατί παίζει ακόμα. Ο μόνος που προσπαθούσε να οργανώσει την λαϊκή αντεπίθεση ήταν ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης, όμως δυστυχώς το μόνο που κατάφερε είναι να εισπράξει δυο καλά λόγια και τίποτα άλλο!
Όσοι περιμένατε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα για να ασχοληθείτε με την πολιτική ώρα να ξαναγυρίσετε στην μιζέρια της καθημερινότητάς σας και να επιστρέψετε στο μίσος σας για την Μέρκελ. Μη στεναχωριέστε όμως, χάσαμε μια μάχη, όχι τον πόλεμο.
Άλλωστε αν το ποδόσφαιρο άλλαζε τον κόσμο θα ήταν παράνομο
Πάντως για την ανύψωση του εθνικού μας φρονήματος μπορούμε να συνεχίσουμε να τονίζουμε ότι όταν εμείς παίζαμε ποδόσφαιρο δίπλα στον Παρθενώνα αυτοί έτρωγαν βελανίδια. Μπορούμε επίσης να λέμε ότι όταν εμείς απεικονίζαμε το ποδόσφαιρο στους αμφορείς αυτοί έπιναν νερό από χιόνι.
Στο κάτω-κάτω μπάλα μπορεί να μην ξέρουμε, αλλά τουλάχιστον δεν φοράμε πέδιλα με κάλτσες.